Δευτέρα, Ιανουαρίου 16, 2012

Να θυμάσαι. Σ' αγαπώ.

Η Μαρία πατούσε μηχανικά τα κουμπιά στον υπολογιστή της. Είχε ανοίξει το facebook και κοιτούσε τις ενημερώσεις. Μα ο νους της ήταν αλλού. Ο Γιώργος είχε ξαπλώσει πίσω της στο κρεββάτι. Δεν τον έβλεπε μα τον ένιωθε. Ήξερε ακριβώς τη στάση που είχε πάρει. Επτά χρόνια γάμου ήταν αυτά και άλλα επτά σχέσης πριν. 
Γιατί παντρεύτηκαν; Όλα ήταν τόσο αμυδρά μέσα στον χρόνο. Τότε νόμιζε πως ήταν αγάπη. Ίσως πάλι να ήταν ακόμα. Εκείνο το σώμα που την αγκάλιαζε τα βράδια τρυφερά και τη φρόντιζε να μην της λείψει τίποτα. Πήρε τον καφέ της και ήπιε μια γουλιά. Ήθελε να νιώσει τον καφέ στο στόμα της. Έκλεισε τα μάτια της. Από πότε είχαν να κάνουν σεξ; Δεν θυμόταν. Θυμόταν μόνο τις φορές εκείνες που τα κορμιά τους πονούσαν, υπέφεραν όταν ήταν μακριά. Όταν έφευγαν κλεφτά από τις δουλειές τους για να βρεθούν. Να κάνουν σεξ παθιασμένα όπου μπορούσαν και να επιστρέψουν βιαστικά. Όταν πεινούσαν. Όταν διψούσαν ο ένας για τον άλλον.
Άφησε το ποτήρι. Γύρισε και τον κοίταξε. Κοιμόταν ήρεμος. Ατάραχος. Σιωπή. Πόση σιωπή να χωρέσει ένα κρεβάτι; Σηκώθηκε και ντύθηκε βιαστικά. Φόρεσε ένα φόρεμα και έφυγε από το σπίτι. Έκλεισε την πόρτα όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα και έφυγε να τον συναντήσει. 
Ο Κώστας. Ο εραστής. Τον πήρε τηλέφωνο. Απάντησε. Κανόνισε να βρεθούν. Είχε θυμώσει. Δεν ήξερε με ποιον. Ο θυμός της ήταν τυφλός. Ήταν μια σφαίρα σε ένα όπλο πεσμένο στο πάτωμα. Μα το όπλο πια δεν ήταν εκεί. Πήρε το αυτοκίνητό της. Ήθελε να βρεθεί με τον Κώστα. Το γρηγορότερο. Δεν ήθελε να κάνει έρωτα. Δεν ήθελε ταμπέλες. Ήθελε σεξ. Σταμάτησε κάτω από το σπίτι του. Την περίμενε. Του έκανε νόημα να μπει μέσα. Τον πήρε και χαθήκανε μέσα στη νύχτα.
Ήταν με την στολή της δουλειάς. Αδιάφορο. Σταμάτησε σε μια άκρη του δρόμου. Τον άρπαξε και κάνανε σεξ μέχρι να κορέσουν την πείνα και τη δίψα τους. Έτρεμε. Ήταν ζωντανή ξανά. Ζωντανή και ο θυμός γυάλιζε στα μάτια της μέσα στη νύχτα. Ο Κώστας ήταν αστυνομικός. Το όπλο του. Το πήρε από τη θήκη όσο εκείνος κάπνιζε έξω από το αυτοκίνητο. Το έβαλε κάτω από το κάθισμα και βγήκε γυμνή να κάνει ένα τσιγάρο μαζί του. Χαμογέλασε.
- Ντύσου, του πε.. και τον φίλησε στο στόμα. Φεύγουμε.
Ο Κώστας υπάκουσε. Του άρεσε η Μαρία. Περισσότερο από όσο θα παραδεχόταν ποτέ. Τον άφησε σπίτι και επέστρεψε στο δικό της.
Άνοιξε αθόρυβα την πόρτα. Έβγαλε τα παπούτσια και προχώρησε αθόρυβα. Ο Γιώργος ήταν ακόμα εκεί. Κοιμόταν. Στάθηκε στην πόρτα. Το φως από την οθόνη του υπολογιστή τον αγκάλιαζε σχεδόν τρυφερά. Τον σημάδεψε. Η σφαίρα καρφώθηκε και λίγο αίμα έσταξε στα σεντόνια. Έκανε μεταβολή και βγήκε απ’ την κρεβατοκάμαρα. Δεν πήρε κλειδιά, δεν φόρεσε τα παπούτσια. Ξυπόλυτη χάθηκε μέσα στην νύχτα με το όπλο στο χέρι.

Σάββατο, Ιανουαρίου 14, 2012

Ακροάσεις Ηθοποιών

Ακροάσεις ηθοποιών μπορείτε να αναζητήσετε στην ιστοσελίδα του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Η ιστοσελίδα ανανεώνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και θα ήταν χρήσιμο να την έχετε υπόψη.

Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών

Ακόμα μία χρήσιμη ιστοσελίδα είναι και η 4actors Agency καθώς και η Actorsnet

Παρασκευή, Ιανουαρίου 13, 2012

Διαγωνισμός Παραμυθού (Λήξη 31/01/2012)


5ος Διαγωνισμός Συγγραφής Παραμυθιού
για όλα τα παιδιά και όσους αισθάνονται παιδιά!

Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δώσ’ της κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν’ αρχινήσει. Μια φορά κι έναν καιρό σ’ έναν τόπο όμορφο και ξεχωριστό δημιουργήθηκε μια πόλη μαγική, φερμένη θαρρείς από ένα υπέροχο όνειρο, βγαλμένη από ένα απίθανο παραμύθι, την Ονειρούπολη. 

Ταξιδέψτε με την φαντασία σας και γράψτε το δικό σας παραμύθι με θέμα «Ονειρούπολη…πόλη των συναισθημάτων»

Χρησιμοποιήστε ήρωες φανταστικούς ή πραγματικούς, φτιάξτε σενάρια απίθανα ή ρεαλιστικά, βάλτε το συναίσθημα σας αλλά μην ξεχάσετε ότι η Ονειρούπολη γεννήθηκε στη Δράμα. Με την δική σου συμμετοχή η «γέννηση» ενός βιβλίου θα γίνει πραγματικότητα! 

Όροι Διαγωνισμού : 
Δικαίωμα συμμετοχής έχουν όλοι όσοι έχουν ζήσει από κοντά, έστω και για λίγα λεπτά την μαγεία της Ονειρούπολης. 

Ο κάθε διαγωνιζόμενος μπορεί να συμμετέχει με ένα ή και δύο το πολύ παραμύθια. 

Αν κάποιο παραμύθι είναι χειρόγραφο φροντίστε το κείμενο να είναι ευανάγνωστο και χωρίς μουτζούρες. 

Τελευταία ημερομηνία για την υποβολή των έργων ορίζεται η 31η Ιανουαρίου 2012. Η ημερομηνία αποδεικνύεται από την σφραγίδα του ταχυδρομείου. Ο φάκελος με το παραμύθι θα αποστέλλεται στην διεύθυνση ΔΗΜΟΣ ΔΡΑΜΑΣ - Γραφείο Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων Δήμου Δράμας, Βερμίου 2 & 1ης Ιουλίου γωνία (3ος όροφος), Τ.Κ. 66 100 Δράμα, με την υποσημείωση 
« ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ». 

Κάθε διαγωνιζόμενος θα πρέπει μαζί με το παραμύθι του να αποστέλλει και τα στοιχεία του : ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο σταθερό - κινητό. 

Η πενταμελής κριτική επιτροπή θα επιλέξει τα παραμύθια που θα συμπεριληφθούν σε ειδική έκδοση του Δήμου Δράμας με τίτλο «Τα Παραμύθια της Ονειρούπολης». Θα υπάρχει ειδική αναφορά στους συγγραφείς των παραμυθιών. Με την έκδοση του βιβλίου οι συγγραφείς δεν θεμελιώνουν δικαίωμα αμοιβής. 

Η απόφαση επιλογής των παραμυθιών από την επιτροπή θα είναι αμετάκλητη και δεν θα επιδέχεται καμία ένσταση, αντίρρηση ή άλλη διεκδίκηση. 
Τα δώρα που θα κερδίσουν οι συγγραφείς, των παραμυθιών που θα συμπεριληφθούν στην έκδοση του Δήμου Δράμας θα ανακοινωθούν κατά την διάρκεια της Ονειρούπολης. 

Αναμνηστικό συμμετοχής θα απονεμηθεί σε όλους όσους θα αποστείλουν παραμύθι. 

Ο Δήμος Δράμας διατηρεί το δικαίωμα σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή να ανακαλέσει τον διαγωνισμό, να παρατείνει ή να μεταβάλει τις ημερομηνίες του. 

Η συμμετοχή στον διαγωνισμό σημαίνει ανεπιφύλακτη αποδοχή όλων των ανωτέρω αναγραφόμενων όρων. 

Για πληροφορίες ή διευκρινίσεις παρακαλούμε να επικοινωνήσετε στα τηλέφωνα 2521350624 2521350725 και στο e-mail oneiroupoli@dimosdramas.gr 


Το κείμενο είναι από το Dramamania

Πέμπτη, Ιανουαρίου 12, 2012

Art de la table.

Πεθαίνω. Καθημερινά. Την ώρα που ξυπνώ και φτιάχνω τον καφέ μου. Την ώρα που ανάβω το πρώτο μου τσιγάρο. Την ώρα που χάνομαι μέσα στο πλήθος. Την ώρα που βουλιάζω στον καναπέ μου απέναντί από την τηλεόραση. Πλήττω. Αφόρητα. Βασανιστικά. Μέρα και νύχτα. Θέλω να παίξω. Μόνο τότε ζω. Δεν το καταλαβαίνει κανείς. Μεταξύ μας νομίζω πως δεν τους νοιάζει κιόλας να καταλάβουν. Μα δεν με νοιάζει πια. Εγκατέλειψα κάθε προσπάθεια να με καταλάβουν. Έφτιαξα όμως ένα παιχνίδι. Κάθε Σάββατο βράδυ προσκαλώ τρεις ανθρώπους στο σπίτι μου. Άγνωστους μεταξύ τους. Με έναν όρο. Να έρθουν συνοδευόμενοι από έναν ακόμα, που δεν γνωρίζω. 
Επτά συνδαιτημόνες. Επτά παίκτες σε ένα παιχνίδι που αγνοούν. Ένα άψογα στρωμένο τραπέζι. Comme il faut. Comme j’ adore. Art de la table… Art de la vie. 
Σ’αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχουν ονόματα. Δεν υπάρχουν πρόσωπα. Μόνο λέξεις. Εγώ επιλέγω την δική μου. Σε ένα καρτελάκι στο πιάτο τους βρίσκουν την δική τους. Απόψε θα είμαι ο εραστής. Ετοιμάστηκα. Και περιμένω. Μαζί μου θα δειπνήσουν απόψε η σφαίρα, το όπλο, ο θυμός, ο γάμος, το σεξ και η αγάπη. 
Είμαι έτοιμος. Θανάσιμα γοητευτικός και περιμένω τους ανυποψίαστους να έρθουν. Είναι τόσο αθώοι. Μα πάνε χρόνια πια που δεν πιστεύω στην αθωότητα. 
Καταφθάνουν. Ανοίγω την πόρτα. Επιλέγουν κοιτώντας κλεφτά τις θέσεις τους. Νιώθω το τρέμουλο στην ανάσα τους, τη λάμψη στα μάτια τους. Θέλουν τόσο πολύ να παίξουν. Θα έδιναν τα πάντα για αυτό το παιχνίδι. Για να σταθούν σε αυτήν την καρέκλα. Και να παραμείνουν. Μα πλήττω. Τους σερβίρω το απεριτίφ. Κατά βάθος είμαι ένα μεγάλο παιδί. Δεν το καταλαβαίνουν. Μεθούν. Και δεν είναι το αλκοόλ. Προσπαθούν να με αγγίξουν. Χαμογελώ. Είναι δικοί μου. Κάθομαι στην κεφαλή του τραπεζιού. Περιμένουν το σήμα μου. 
Ξεκινάμε. Παρατηρώ πώς κατασπαράσσουν το φαγητό τους. Πώς η αγάπη τρέφεται με σάρκες. Πού είναι στραμμένο το όπλο. Πώς το σεξ φέρνει στα χείλη το κρασί. Η σφαίρα… τόσο ανυποψίαστη. Ο θυμός, που ψάχνει το άλλοθί του. Οσφραίνομαι τις εικόνες τους. Το είναι, το φαίνεσθαι…. Χοές στο δείπνο αυτό. Γάμος…. Με διασκεδάζει η γύμνια του. Είναι φορές που νομίζω πως αν μπαίνανε στο μυαλό μου δεν θα ήταν ποτέ ξανά οι ίδιοι. 
Τρώνε. Πίνουν. Εμένα τρώνε. Εμένα πίνουν. Τον εραστή. Αυτόν ποθούν όλοι. Να αγγίξουν, να μυρίσουν, να γευτούν. Πίστη. Η απόλυτη, η άνευ όρων παράδοση. Μα είναι όλοι τους άπιστοι. Για αυτό θα σηκωθούν. Και θα ‘ρθουν και άλλοι. Και άλλοι. Με άλλες ταμπέλες. Είναι φορές που νομίζω πως είμαι ανόητος που πιστεύω ότι θα βρεθεί κάποιος που θα γυρίσει το καρτελάκι του εραστή ανάποδα. Και θα δει τι γράφει από πίσω. Δεν το έκανε ποτέ κανείς. Οι ανόητοι δεν κοιτάνε ούτε τα δικά τους.
Αφού τελειώσουν και φύγουν, παίρνω τα καρτελάκια τους και τα πετάω στο τζάκι. Τα βλέπω να καίγονται. Νιώθω τόσο, μα τόσο κουρασμένος. Άδειος. Ανάβω ένα τσιγάρο και τα παρακολουθώ να φλέγονται… ένα-ένα. Και από τις δύο όψεις. Όταν καεί και το τελευταίο βγαίνω στο μπαλκόνι. Κρατώ το δικό μου στο χέρι. Το αφήνω στα κάγκελα από την ανάποδη πλευρά. Και πηγαίνω για ύπνο. Είναι τυφλοί. Ξαπλώνω. Για λίγες ώρες θα είμαι νεκρός. Μα θα ξαναγεννηθώ. Ερήμην.

Θεός.