Πέμπτη, Απριλίου 23, 2009

Μύανθος (τουτέστιν ποντικολούλουδον το δημώδες)


Ως το τέλος της νύχτας, ως την άκρη της γης, εκεί… στο τέρμα της πόλης. θυμάσαι; Εκεί που στενεύουν οι δρόμοι, εκεί που ξεθωριάζουν τα φώτα.

Είναι ήσυχα τούτες τις μέρες στην πόλη της βροχής. Έχει πάντα μια μικρή ψύχρα το βράδυ, μια νοτισμένη αγκαλιά, ένα αδύναμο αεράκι, που τρέχει ξωπίσω απ’ τη σκέψη.

«Ξανά… πάλι… σταμάτα να παίζεις.» Σκισμένα πράσινα τετράδια, μουσική κέλτικη και Κοέν…. Και μπόλικο αλκοόλ. Ταξίδια - πυροτεχνήματα, ιστορίες που φτιάχναμε, ξανά και ξανά. Λέξεις που ταιριάζαμε σαν χορογραφία, βήματα σε μια βροχερή παραλία.


Γερνάμε. άχαρα όπως φοβόμασταν πάντα. Γυμνοί από λέξεις, σκιές μέσα στο ημίφως των άλλων. Μ’ αυτό μάθαμε να πορευόμαστε, μ’ αυτό θα μας σκεπάσουν όταν ξεχαστούμε. Είναι και αυτή η σιωπή… Πώς την αντέχεις; Πώς την συνηθίσαμε; Την δική μας, όχι των άλλων.


Καθισμένη στο μάρμαρο του παραθύρου βλέπω τα αυτοκίνητα να χάνονται ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Μου θυμίζουν εμένα. Μου θυμίζουν τις λέξεις. Αυτά που έχουν σημασία απόψε, αυτά που θα προσπερνώ αύριο.


Μια αγκαλιά μισοξεραμένα λίλιουμ γεμίζει με το άρωμα της το χώρο. Θα γέλαγες αν ήξερες πόσα ξέρω για τα λουλούδια. Θα έφευγες αν μάθαινες πόσο άπιστη ήταν η Σεχραζατ στις ιστορίες της.

«Ξανά… πάλι… σταμάτα να παίζεις.»


Κοίτα. 12 χρόνια μετά και ακόμα ξενυχτάς με τις ιστορίες μου. Άκου…


"I've heard of a man who says words so beautifully that if only he speaks their name, women give themselves to him. If I am dumb beside your body while tumors blossom on our lips, it is because I hear a man climb the stairs and clear his throat outside our door."


Πώς γυρίζει ο χρόνος πίσω; Πώς γυρίζω εγώ; Από το τέλος της νύχτας, την άκρη της γης, το τέρμα της πόλης…


Leonard Cohen - A Thousand kisses deep

(Spoken poem)

Don't matter if the road is long
Don't matter if it's steep
Don't matter if the moon is gone
And the darkness is complete
Don't matter if we lose our way
It's written that we'll meet
At least, that's what I heard you say
A thousand kisses deep

I loved you when you opened
Like a lily to the heat
You see, I'm just another snowman
Standing in the rain and sleet
Who loved you with his frozen love
His second hand physique
With all he is and all he was
A thousand kisses deep

I know you had to lie to me
I know you had to cheat
You learned it on your father's knee
And at your mother's feet
But did you have to fight your way
Across the burning street
When all our vital interests lay
A thousand kisses deep

I'm turning tricks
I'm getting fixed
I'm back on boogie street
I'd like to quit the business
But I'm in it, so to speak
The thought of you is peaceful
And the file on you complete
Except what I forgot to do
A thousand kisses deep

Don't matter if you're rich and strong
Don't matter if you're weak
Don't matter if you write a song
The nightingales repeat
Don't matter if it's nine to five
Or timeless and unique
You ditch your life to stay alive
A thousand kisses deep

The ponies run
The girls are young
The odds are there to beat
You win a while, and then it's done
Your little winning streak
And summon now to deal with your invincible defeat
You live your life as if it's real
A thousand kisses deep

I hear their voices in the wine
That sometimes did me seek
The band is playing Auld Lang Syne
But the heart will not retreat
There's no forsaking what you love
No existential leap
As witnessed here in time and blood
A thousand kisses deep



Με το λίγο του χρόνου

είμαι

και με το λίγο μου

κερναω το χρόνο.

Πέμπτη, Απριλίου 16, 2009

Στα φώτα της νύχτας...

Στιγμές


Δρόμοι που δεν τελειώνουν ποτέ. Καφές, τσιγάρο, ραδιόφωνο και σκέψεις όμοια με δεμένα κονσερβοκούτια να σέρνονται ξωπίσω. Ακόμα μια άνοιξη, ακόμα μια μέρα στους δρόμους. Σηκώνω το κεφάλι ψηλά, ψάχνω τον ήλιο. Με ενοχλεί, δεν τον αντέχω. Βάζω τα γυαλιά και εικόνες περνούν στο μυαλό μου σαν σκοτεινό cinemαscope. Είναι φορές που ο σταθμός χάνεται και εγώ κάνω χιλιόμετρα μέχρι να το συνειδητοποιήσω και να ψάξω κάποιον άλλο σταθμό, να βάλω κάποιον άλλον και να συνεχίσω.

Τρέχω σε μια κινούμενη ηχορύπανση. Στιγμές μονάχα σταματώ και σιωπηλή κοιτάζω ψηλά. Και ο χρόνος συνεχίζει να τρέχει και οι άνθρωποι ξωπίσω του. Ένα ποτάμι από ήχο και φως.
Θα με συγχωρήσω αυτή την άνοιξη; Μεγάλωσα. Δεν θέλω να μετρώ άλλο απουσίες. Το ξέρεις πως είμαι καλή. Αλλά δεν μ’ αφορά πια.
Μου λείπει ο νουνός που μ’ αγαπούσε έτσι απλά όπως τρέχει το νερό από τη βρύση, που μου ‘φερνε λαμπάδα και λεφτά για τα παπούτσια μέχρι πριν λίγο.
Μου λείπει ο παππούς...
Τον γούσταρα γιατί δεν έλεγε πολλά και ας δεν το καταλάβαινε κανείς. Πήρα κάτι από τον ίσκιο του. Άρρωστος μα περήφανος μου ζήτησε να τον πάω μία βόλτα με το αυτοκίνητο. Ο ξάδελφος μου τον πείραζε και τον έκανε σούζες με το μηχανάκι για να τρομοκρατείται και να μην του ζητά βόλτες. Αυτός ο καιρός είχε περάσει. Μου ζήτησε να τον πάω σε κάποια ξωκλήσια. Καθίσαμε και χαζεύαμε το χωριό στα πόδια μας και ο παππούς σε τελικό στάδιο καρκίνου πνεύμονα, κάπνιζε. Ένοιωθα ότι ταξίδευε στον χρόνο, στην ψυχή του, εκεί ψηλά, κρυμμένοι στη σιωπή και το φως. Το καλοκαίρι ο παππούς έφυγε.
Φοβόταν να μου μιλήσει, όπως οι άλλοι φοβόταν να του μιλήσουν. Ήξερε όμως και μου τα πε τσεκουράτα. Ο παππούς που στεκόταν όλα τα χρόνια με ένα τσιγάρο σιωπηλός και έπαιρνε τους δρόμους. Ο παππούς με τον δικό του κώδικα ηθικής που δεν πρόδωσε ποτέ. Ο παππούς… που έφυγα νύχτα από τη δουλειά γιατί είχε πεθάνει, να τους φτιάξω τα χαρτιά και τον βρήκα στο φέρετρο στο σαλόνι την ώρα που σέρβιραν σπανακόπιτα και μία φώναζε «πίτσα δεν έχετε;» ενώ ένα ξένο παιδάκι έπαιζε γύρω από τον κόσμο που κουτσομπόλευε.
Οι άνθρωποι φεύγουν και εγώ είμαι πίσω από χαρτιά, πάνω γυναίκες που φοβούνται, από χέρια που απλώνονται για να τους πεις ότι όλα θα πάνε καλά. Κοιτάζω τα χέρια μου. Νυστέρια, ψαλίδια γίνονται τα δάχτυλα μου και παίζουν κλίμακες, αρπέζ, μελωδίες.
Μη με θυμάσαι αν δεν είσαι εδώ...
Πάω στοίχημα θα με έβλεπες αστεία με τα ρούχα αυτά. Θα κρυβόσουν να μου κάνεις γκριμάτσες πίσω από την πλάτη μου και να μου πεις συνωμοτικά «Πωπω είσαι τόσο σοβαρή εκεί πέρα με αυτούς τους ανθρώπους. Με φοβίζεις. Εμένα δεν θα με βάλεις κάτω από τα νυστέρια, έτσι; Ήμουν καλό παιδί… όχι… όχι δελφινάκι είμαι και χάνομαι… πιασε με αν μπορείς!»

Κοιτάζω στον καθρέφτη την ώρα που πλένομαι. Κλείνω τα μάτια.
Είμαι ψηλά… και αφήνομαι να πέσω.»

Δευτέρα, Απριλίου 13, 2009

2ο London Greek Film Festival (Πρόσκληση για υποβολή ταινιών και σεναρίων/συμμετοχής σε φωτογραφική έκθεση)


το διεθνές σημείο συνάντησης για το Ελληνικό φιλμ και βίντεο

the international meeting point for the Greek moving image

30 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου 2009

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Λονδίνο, 9 Απριλίου 2009

Πρόσκληση για υποβολή ταινιών και σεναρίων.

1. Κάλεσμα για ταινίες μυθοπλασίας μεγάλου μήκους, ταινίες μικρού μήκους, μουσικά βίντεο, ντοκιμαντέρ, animation, χορευτικά φιλμ, φοιτητικές ταινίες και έργα βιντεοτέχνης.

2. Κάλεσμα για σενάρια ταινιών μεγάλου μήκους, μικρού μήκους, και μικρού μήκους φοιτητικών / σπουδαστικών.

Από τις 30 Οκτωβρίου έως την 1η Νοεμβρίου 2009, το Λονδίνο γιορτάζει τον ελληνικό πολιτισμό μέσω του φιλμ, του βίντεο και της ψηφιακής τεχνολογίας. Η Cosmocinema, με τη στήριξη του Hellenic Centre, ετοιμάζει το 2ο London Greek Film Festival, που θα λάβει χώρα στο Hellenic Centre, στην 16-18 Paddington Street, στο Marylebone, στο West End, στο κέντρο του Λονδίνου.

Στόχος του φεστιβάλ είναι να δημιουργήσει ένα διεθνές σημείο συνάντησης για 1) Έλληνες δημιουργούς φιλμ και βίντεο καθώς και σεναριογράφους, και 2) μη Έλληνες δημιουργούς που το έργο τους παρουσιάζει οτιδήποτε σχετίζεται με την Ελλάδα, την ελληνική κληρονομιά, κουλτούρα και πολιτισμό. Η πρόσκληση είναι για δημιουργούς που πληρούν ένα από τα παραπάνω δύο κριτήρια, έτσι ώστε να έχουν δικαίωμα συμμετοχής και να παρουσιάσουν την δουλειά τους.

Το London Greek Film Festival θα παρέχει στους καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, εκπαιδευτικούς, ανθρώπους της τεχνολογίας και γενικά όλους όσους αγαπούν την φιλμική τέχνη και το σινεμά, ένα φιλόξενο χώρο για προβολή της δουλειάς τους, συζήτηση, εργαστήρια και επικοινωνία.

Ημερομηνία λήξης υποβολής των αιτήσεων για ταινίες και σενάρια: Παρασκευή, 12 Ιουνίου 2009.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις υποβολές αιτήσεων, επισκεφτείτε την ιστοσελίδα μας: www.londongreekfilmfestival.com

Επικοινωνήστε μαζί μας :

E-mail: info@londongreekfilmfestival.com

Tel: +44 20 7193 2699


το διεθνές σημείο συνάντησης για το Ελληνικό φιλμ και βίντεο

the international meeting point for the Greek moving image

2ο London Greek Film Festival

30 October – 1 November 2009

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Λονδίνο, 2 Απριλίου 2009

Cinema (from Greek. kinema "movement", from kinein "to move")

Έκθεση Φωτογραφίας, 15-26 Ιουνίου 2009

Πρόσκληση συμμετοχής σε φωτογραφική έκθεση (15-26 Ιουνίου 2009), από το London Greek Film Festival με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου του Λονδίνου.

Το 2ο London Greek Film Festival (30 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου 2009) καλεί καλλιτέχνες να στείλουν φωτογραφίες με θέμα εμπνευσμένο από το Ελληνικό σινεμά, για την έκθεση που θα πραγματοποιηθεί στο Ελληνικό κέντρο, από τις 15 έως τις 26 Ιουνίου 2009, στο Friends Room, καθώς επίσης και στο διαδίκτυο, στην ιστοσελίδα του φεστιβάλ.

Submission fees (online only): £12 για κάθε φωτογραφία (max 2 για κάθε καλλιτέχνη).

Θέμα έμπνευσης φωτογραφιών: μία ελληνική ταινία οποιασδήποτε εποχής ή ένας ήρωας από το ελληνικό σινεμά, οποιασδήποτε εποχής.

Η φωτογραφική έκθεση δεν είναι διαγωνιστική και η είσοδος στο κοινό θα είναι ελεύθερη.

Όλες οι φωτογραφίες πρέπει να σταλούν μέσω email σε .jpg format (RGB, ανάλυση 300dpi) μαζί με την αίτηση συμμετοχής (submission form). Η αίτηση συμμετοχής πρέπει να σταλεί μαζί με τις φωτογραφίες στο ελληνικό κέντρο.

Οι φωτογραφίες πρέπει να έχουν μέγιστο μέγεθος 20Χ30 cm και να είναι στο κάδρο τους. Τα έξοδα αποστολής και παραλαβής των φωτογραφιών βαρύνουν τον καλλιτέχνη.

Οι φωτογραφίες μπορούν να διατεθούν προς πώληση. Το London Greek Film Festival και το Hellenic Centre, δεν λαμβάνουν οποιοδήποτε ποσοστό από το κέρδος της πώλησης, ούτε συμμετέχουν σε αυτή.

Οι επιμελητές της έκθεσης θα συντονίσουν και θα αποφασίσουν για τη θέση των φωτογραφιών στο χώρο.

Τελευταία ημερομηνία υποβολής των φωτογραφιών: 22 Μαΐου 2009 (με σφραγίδα ταχυδρομείου ή παράδοση στο Ελληνικό Κέντρο).

Περισσότερες πληροφορίες και submissions:

Web site: www.LondonGreekFilmFestival.com

E-mail: info@londongreekfilmfestival.com

Tel: Tel: +44 20 7193 2699

The Hellenic Centre:

16-18 Paddington Street, Marylebone, London, W1U 5AS

Roxette - How Do You Do



- Τικ Τακ
- Σιωπή…. Ησυχία
- … για σένα, να σταματήσεις, να ακούσεις
- Τικ…τακ….τικ….
- Πότε άκουσες για τελευταία φορά την καρδιά κάποιου που αγαπάς;
- Τικ….
- Πότε είπες τελευταία φορά σ’ αγαπώ;
- Τακ
- Πότε έκανες κοπάνα τελευταία φορά;
- Τικ
- … Γιατί είσαι ακόμα εδώ;




Οδυσσέας Ελύτης Μαρία Νεφέλη

"Στην ερώτηση αν η Μαρία Νεφέλη είναι υπαρκτό πρόσωπο ή όχι, ο Οδυσσέας Ελύτης στη συνέντευξη που έδωσε στον Ιβάρ Ιβάσκ το 1974, για το περιοδικό Books Abroad, μιλώντας για το αδημοσίευτο του ακόμα ποίημα, απάντησε: «Τα ποιήματά μου ριζώνουν συνήθως στην εμπειρία μου, μολονότι δεν μεταγράφουν απευθείας πραγματικά γεγονότα. Η Μαρία Νεφέλη αποτελεί μιαν εξαίρεση. Αυτό το κορίτσι το συνάντησα στην πραγματικότητα όταν είχα τελειώσει το Άξιον Εστί (πριν δεκαέξι χρόνια), και άξαφνα θέλησα να γράψω κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό το ποίημα […] ήταν μια ριζοσπάστρια της εποχής μας…Δεν είμαι αντίθετός της, γιατί προσπαθώ να καταλάβω την άποψη της κοπέλας και της γενιάς της. Πασχίζω να την καταλάβω βάζοντας τους δύο μας να μιλάμε σε παράλληλους μονολόγους. Το συμπέρασμα είναι ότι ψάχνουμε βασικά για τα ίδια πράγματα από διαφορετικούς δρόμους…Η Μαρία Νεφέλη είναι η άλλη μεριά του εαυτού μου, είναι, αν θα μπορούσατε να δείτε, το αντίθετό μου…Έτσι δείχνω την άλλη μεριά του εαυτού μου…»

"Η Μαρία Νεφέλη λέει:

Η ΝΕΦΕΛΗ

Μέρα τη μέρα ζω - που ξέρεις αύριο τι ξημερώνει.
Το 'να μου χέρι τσαλακώνει τα λεφτά και τ' άλλο μου τα ισιώνει
Βλέπεις χρειάζονται όπλα να μιλάν στα χρόνια μας τα χαώδη και να 'μαστε και σύμφωνοι με τα λεγόμενα «εθνικά ιδεώδη».
Τι με κοιτάς εσύ γραφιά που δεν εντύθηκες ποτέ στρατιώτης
η τέχνη του να βγάζεις χρήματα είναι κι αυτή μία πολεμική ιδιότης
Δεν πα' να ξενυχτάς- να γράφεις χιλιάδες πικρούς στίχους ή να γεμίζεις με συνθήματα επαναστατικά τους τοίχους
Οι άλλοι πάντα θα σε βλέπουν σαν έναν διανοούμενο
και μόνο εγώ που σ' αγαπώ: στα όνειρά μου μέσα έναν κρατούμενο.

Έτσι που αν στ' αλήθεια ο έρωτας είναι καταπώς λεν «κοινός διαιρέτης»εγώ θα πρέπει να'μαι η Μαρία Νεφέλη κι εσύ φευ ο Νεφεληγερέτης.


Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι σβήσου με γενναιοδωρία.

Και ο Αντιφωνητής:

Ο ΝΕΦΕΛΗΓΕΡΕΤΗΣ


Α τι ωραία να 'σαι νεφεληγερέτης
να γράφεις σαν τον Όμηρο εποποιίες στα παλιά παπούτσια σου
να μη σε νοιάζει αν αρέσεις η όχι
τίποτε

Απερίσπαστος νέμεσαι την αντιδημοτικότητα
έτσι· με γενναιοδωρία· σαν να διαθέτεις
νομισματοκοπείο και να το κλείνεις
ν' απολύεις όλο το προσωπικό
να κρατάς μια φτώχεια που δεν την έχει άλλος κανείς
εντελώς δική σου.
Την ώρα που μες στα γραφεία τους απεγνωσμένα
κρεμασμένοι απ' τα τηλέφωνά τους
παλεύουν για 'να τίποτα οι χοντράνθρωποι
ανεβαίνεις εσύ μέσα στον Έρωτα
καταμουντζουρωμένος αλλ' ευκίνητος
σαν καπνοδοχοκαθαριστής
κατεβαίνεις απ' τον Έρωτα έτοιμος να ιδρύσεις
μια δική σου λευκή παραλία
χωρίς λεφτά
γδύνεσαι όπως γδύνονται όσοι νογούν τ' αστέρια
και μ' οργιές μεγάλες ανοίγεσαι να κλάψεις ελεύθερα...


Είναι διγαμία ν' αγαπάς και να ονειρεύεσαι. "

Τρίτη, Απριλίου 07, 2009

Ταξίδι στον χρόνο...



Δεν τα πάω καλά με τους σεισμούς.

Ούτε μου αρέσει ο κανιβαλισμός των Μ.Μ.Ε. που χαρακτήριζαν «χαροκαμένη» τη μάνα του φοιτητή πριν ακόμα τα σωστικά συνεργεία τον ανασύρουν και τα καραγκιοζιλίκια τους προς άγραν τηλεθέασης. Να πιέζουν την μάνα, να σπάσει, να βγει εκτός ορίων να καταγγείλει την αδιαφορία του κράτους.

Ποιανού; Του Ελληνικού; Του Ιταλικού; Αλήθεια γιατί αυτός ο νεαρός -ο Θεός να τον αναπαύσει σε έναν καλύτερο κόσμο- «αξίζει» περισσότερο από τους υπόλοιπους 150 και πλέον νεκρούς ενώ η καταμέτρηση συνεχίζεται….

Αναρωτηθείτε ποιο είναι το μέγιστο, που έχετε δουλέψει συνεχόμενα και τις χειρότερες συνθήκες. Τα σωστικά συνεργεία εκεί δουλεύουν χωρίς ωράριο, ενάντια στο χρόνο, ενάντια στις ίδιες τους τις αντοχές, προσπαθώντας να απεγκλωβίσουν όσους γίνεται περισσότερους το συντομότερο δυνατόν χωρίς να προκαλέσουν καταστροφές ή θανάτους στην προσπάθεια τους.

«Πού είναι το κράτος;» λέμε λοιπόν… κατά πως λέμε «Πού είναι η Τζοβάνα Φραγκούλη;.. Αίσχος! Το καταγγέλλω!!!» Να σας πω μια παλιά ιστορία. Πριν κάποια χρόνια έπεσε το αεροπλάνο της Helios. Ίσως κάποιοι να θυμούνται πόσα ασθενοφόρα ήταν μαζεμένα στα συντρίμμια. Είχε τόσες βάρδιες εν ενεργεία το ΕΚΑΒ; Όχι. Ειδοποιήθηκαν και ενώ είχαν δικαίωμα να αρνηθούν ΟΛΟΙ έτρεξαν στα ασθενοφόρα. Κάποιοι μάλιστα για να μην καθυστερούν συνεννοούνταν και ο οδηγός έπαιρνε τον συνάδελφό του από το δρόμο.

Τα σωστικά συνεργεία ακόμα δουλεύουν στην Ιταλία. Όταν αντιμετωπίζεις μαζικές καταστροφές αναγκάζεσαι να διαλέξεις ποιους θα βοηθήσεις πρώτους. Αυτό λέγεται διαλογή. Ποιους διαλέγεις; Αυτούς που είναι πιο βαριά; Όχι. Αυτούς που χρειάζονται περίθαλψη και έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να ζήσουν. Άσπρο, πράσινο, κίτρινο, κόκκινο, μαύρο.

Στην δουλειά αυτή αναγκάζεσαι να διαλέξεις. Δεν είναι για κανέναν εύκολο να λέει «Αυτό το περιστατικό είναι χαμένο, πάμε παρακάτω. ΤΩΡΑ!». Όσα περιστατικά και να σώσεις δεν απαλύνουν τις τύψεις και τις ενοχές για εκείνα που «χάθηκαν». Σε κανέναν τους δεν αρέσει να το παίζει Θεός. Έχουν γονείς, παιδιά, αδέλφια και οι ίδιοι και γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα πως θα μπορούσαν να είναι οι δικοί τους εκεί. Κάποιες φορές έχουν βρεθεί κιόλας να «μαζεύουν» δικούς τους ανθρώπους με ευτυχή ή οδυνηρή κατάληξη.

Δεν ξέρω γιατί κάθομαι τώρα και τα γράφω όλα αυτά. Αν νοιάζεται κανείς, αν θα το σκεφτεί μια δεύτερη φορά, όταν θα τσακώνεται στο νοσοκομείο, στο δρόμο με τους διασώστες και θα ουρλιάζει υποδείξεις ή θα απειλεί με μηνύσεις.

Άνθρωποι, που παλεύουν με το χρόνο για να βοηθήσουν ανθρώπους. Άνθρωποι που όσο και να παλεύουν ξέρουν πως ο χρόνος στο τέλος πάντα νικά. Σε ποια άλλη δουλειά παλεύεις κάθε μέρα με τον πόνο γνωρίζοντας πως δεν γίνεται να κερδίζεις πάντα και συνεχίζεις…. Πώς αντέχεται; Δεν αντέχεται πάντα για αυτό οι εργαζόμενοι αυτοί «καίγονται» νωρίτερα από τους άλλους. Υπάρχει πάντα η λύση της από-προσωποποίησης. Δεν είναι ένα παιδί από τροχαίο, είναι ένα περιστατικό, ένα κάταγμα αυχένα, μια γλασκώβη τρία…. Τόσα που οι «ξένοι» δεν νοιάζονται, απλά προσπερνούν…. Όλοι νοιάζονται για το αποτέλεσμα, όχι για το πώς φτάνει κανείς εκεί.

«Πού είναι το κράτος; Εγώ σε πληρώνω. Εγώ είμαι έλληνας φορολογούμενος ρε. Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;»

Αλήθεια, έμαθες ποτέ ποια είμαι εγώ; Είμαι εγώ που δουλεύω για 3 ευρώ την ώρα σε συνθήκες γαλέρας. Που μπορεί να μην έχω φάει, να μην έχω κοιμηθεί, σε ωράρια που δεν θα τα πίστευες ποτέ και με χρωστούμενα που κανένας άλλος δημόσιος υπάλληλος δεν θα ανεχόταν και είμαι εκεί και σε περιμένω για το πρόβλημα που έχεις τώρα, για το πρόβλημα που είχες χτες και το θυμήθηκες στις 4 ξημερώματα, για το δερματολογικό πρόβλημα που είχες πριν 6 μήνες και απαιτείς να στο λύσω εγώ που δεν είμαι προφανώς δερματολόγος απειλώντας με και φωνάζοντας.

Τώρα που ανασύρθηκε νεκρός ο φοιτητής το ενδιαφέρον μας θα ξεθωριάσει σιγά-σιγά. Θα μετράμε νεκρούς λες και ρίχνουμε τάπες στην κάβα του Jack Daniels. Τα συνεργεία θα συνεχίζουν και δουλεύουν, σιωπηλά, βγάζοντας από τα ερείπια ζωντανούς και πεθαμένους ακόμα και όταν οι κάμερες φύγουν, ακόμα και όταν οι συγγενείς εξαντλημένοι αφεθούν στον Μορφέα.

Η ζωή είναι ένας ορμητικός χείμαρρος. Δεν περιμένει. Απλά σε παρασέρνει μαζί της. Δεν έχεις χρόνο. Μόνο χρώματα.

Άσπρο.

Πράσινο.

Πορτοκαλί.

Κόκκινο.

Μαύρο.

Τίποτε δεν τελειώνει. Ποτέ. Οι ίδιοι που παλεύουν με τα χαλάσματα, μετά θα μαζεύουν νεκρούς από τους δρόμους ενώ κάποιος θα φωνάζει πάλι «Πού είναι το κράτος;». Τι να εξηγήσεις; Τι να πεις; Ποιος να καταλάβει; Δεν σε πληρώνουν για αυτό. Μετά από κάποιο διάστημα πείθεις τον εαυτό σου πως δεν σε νοιάζει αν δεν καταλάβουν. Μετά από κάποιο διάστημα σταματάς να κρατάς σκορ. Λίγο μετά συνειδητοποιείς ότι έχεις σταματήσει να μετράς προ πολλού.

Εικόνες. Εικόνες μικρές ξεκομμένες από τον ήχο και τις διαφημίσεις.

«Dono Abbracci» Ένας άντρας ντυμένος στα μαύρα, με ένα σακίδιο, ένα σκούφο και ένα μεγάλο χαμόγελο κρατά ένα μικρό κομμάτι χαρτόνι που γράφει «Δίνω αγκαλιά». Ο καθένας πάει με ό,τι μπορεί στον πόλεμο. Με ξύλινα σπαθιά, με σφεντόνες, με χέρια ανοιχτά….

Για να σώσεις την ψυχή σου, πρέπει πάντα να κρατάς κάτι για σένα. Κράτα το. Για όσο αξίζει ακόμα. Τώρα που κανένας δεν κρατεί το σκορ.

Όσο για τους υπόλοιπους. Όνειρα γλυκά.


Πείραμα



Gabriel: You don't believe, you know and that's not the same thing. (Constantine)

Το τελευταίο διάστημα κάνω ένα πείραμα. Δίνω ευκαιρίες στους άλλους να με διακόπτουν και δεν επανέρχομαι ποτέ με ιδία πρωτοβουλία στο θέμα εκτός αν κάποιος μου το ζητήσει.
Δοκιμάστε το. Δεν υπάρχει κάτι πιο διακριτικό και αποκαλυπτικό για το ποιοι και κατά πόσο σας προσέχουν ουσιαστικά.

Give silence a chance.

Δευτέρα, Απριλίου 06, 2009

Οι στιγμές της σιωπής


Είναι μέρες που η σιωπή απλώνεται, ξοδεύεται αλόγιστα, σκεπάζει τη γύμνια. Κάνω καφέ και με μάτια μισόκλειστα ακολουθώ. Νυστάζω. Αφήστε με. Θέλω να κοιμηθώ. Να φύγω. Να ξεχυθώ στους δρόμους με αυτόν τον ήλιο. Κοιτάζω στο φωταγωγό καθώς γίνεται ο καφές. Μοιάζει με φυλακή. Ακούω το προσωπικό να δουλεύει. Είναι μια καινούρια μέρα. Έχω σχολάσει. Με περιμένουν. Νοιώθω βαριά. Ασήκωτη. Κουρασμένη ακολουθώ. Δεν φεύγω. Ακόμα μια φορά. Όλοι τρέχουν και εγώ κινούμαι αργά.
Κάτι βαρύ με σκεπάζει. Με πνίγει. Σέρνω τα βήματά μου. Πηγαίνω στο μαιευτήριο. Αφήνω την κούπα πάνω στον γκισέ. Βγάζω το πακέτο. Κάνω τσιγάρο. Μια γουλιά καφέ. Με τίποτα δεν φεύγει αυτή η σιωπή. Ακούω τις άλλες να χαριεντίζονται. Σβήνω το τσιγάρο. Το ξέρω ότι κάτι δεν πάει καλά. Μη με ρωτάς πώς. Απλά το ξέρω.
Ακούω το ένα μωρό 2 φορές. Βλέπω μία σερβιέτα γεμάτη αίματα. Το ξέρω. Φέρνουν τον υπέρηχο. Το ένα είναι νεκρό. Θέλω να κλείσω τα μάτια. Να σηκώσω το κεφάλι ψηλά και όταν το ανοίξω να τρέχω κάτω από τον σιωπηλό ήλιο. Θέλω να φύγω. Να πάρω τους δρόμους. Εκείνη την ώρα έρχεται ο επιμελητής. Με βλέπει και καταλαβαίνει. Κοιτάζει και αυτός. Το ένα είναι νεκρό. Κρύβομαι και ανάβω τσιγάρο. Ανεβαίνω και κάθομαι στον πάγκο δίπλα στον νεροχύτη. Κοιτάζω τα χέρι μου. Τον καφέ. Την κοιλιά της με την μια κεφαλή ακρόασης παλμών. Ακούω μια να χαζολογάει. Δεν έχει καταλάβει τι γίνεται και περιμένει να γεννήσει για να πάρει το «χαρτζιλικάκι» της.
Ξεφυσάω τον καπνό ψηλά. Κρύβομαι. Ακούω μία καρδιά μόνη να χτυπά αγκαλιασμένη με μια πεθαμένη. Έχω ακόμα τσιγάρα. Με ρωτάει ο μεγάλος πώς το κατάλαβα ότι το ένα είναι νεκρό. Δεν έχω όρεξη για κουβέντες. Σάββατο. Τετάρτη είχε έρθει να την ξεγεννήσει και την έδιωξε προκειμένου να πάρουν μέρες τα μωρά. Ποια είναι η σωστή απάντηση; Υπάρχουν οδηγίες για να το παίζεις Θεός;
Δεν το λέει στην μητέρα. Βγαίνει έξω και το λέει στον πατέρα. Εκείνος κλαίει βουβά.
Καπνίζω. Δεν μιλάω. Μαζεύεται κόσμος. Δεν θέλω να ακούω. Δεν θέλω να μου μιλούν. Δεν μπορώ να επιλέγω όμως και έτσι συνεχίζω να καπνίζω. Έρχεται η στιγμή. Πάμε μέσα. Γεννά το πρώτο. Το υποδέχομαι. Το πιάνω. Σαν ζυμάρι απλώνεται στα χέρια μου. Κανένα κλάμα, καμία αντίδραση. Σοκάρομαι. Αλλά δεν έχω χρόνο. Το δίνω στους παιδιάτρους. Σχηματίζοντας βουβά με τα χείλια μου «Είναι το νεκρό». Έρχεται το δεύτερο. Το πιάνω και το δίνω και αυτό στους παιδιάτρους. Ακούω το δεύτερο να κλαίει. Φεύγουν όλοι για να δουν τι γίνεται με τα μωρά. Συνεχίζω. Δεν πρέπει να καταλάβει. Όχι ακόμα. Όχι από μένα. Πριν ακόμα τελειώσουμε έρχεται ο μεγάλος και της το λέει. Ξεσπάει σε λυγμούς.
Πρέπει να συνεχίσω. Με έχω στριμώξει με την μούρη στον τοίχο, με το γόνατο στο λαιμό. Δεν πάω πουθενά. Με την μάνα να κλαίει ακούω από δίπλα την μαία να συζητά φωναχτά για εκτρώσεις. Ζητώ να κλείσουν την πόρτα. Τελειώνουμε. Βλέπω το μωρό στη θερμοκοιτίδα και απέναντί του βλέπω το νεκρό άσπρο, μωβ μέσα στο ροζ φορμάκι του. Το ξεσκεπάζω. Άσπρο, μωβ, σαν ζυμάρι. Μάτια κλειστά. Χείλα παγωμένα. Πάω δίπλα και ανάβω τσιγάρο.
«Σβήσ’ το θα μπουν οι συγγενείς» Το σβήνω. Μπαίνουν. Από την μία το ζωντανό. Από την άλλη το πεθαμένο και μπροστά μου ένα κουτί από φελιζόλ να το θάψουν κάπου. Η μάνα κλαίει. Ο κόσμος κλαίει. Ένα μωρό ζεσταίνεται και ένα άλλο απλά δεν είναι εδώ.
Φεύγω. Αλλάζω ρούχα. Παίρνω το αυτοκίνητο. Έχει λιακάδα. Βάζω τα γυαλιά ηλίου.
Ξεκινώ και ανάβω τσιγάρο. Ακολουθώ τις άσπρες γραμμές μες στη σιωπή. Ως το τέλος του δρόμου. Ως το τέλος της μέρας.
Δεν γουστάρω να μιλώ. Δεν γουστάρω να κάνω το χαζοχαρούμενο, να σου δίνω αυτό που ζητάς. Στρατιώτης είμαι που χτυπά προσοχή, που χτυπά τη σιωπή του κάτω από έναν ανοιξιάτικο ήλιο.
Άφησα πολλά για τούτα ταξίδια. Και να ‘μαι ξανά. Με το πρόσωπο στον τοίχο, ακινητοποιημένη να μου ουρλιάζω
«Αξίζει τον κόπο;»
Δεν περιμένω απάντηση. Απλά συνεχίζω.