Once in a blue moon.
«Θα σε πάρω μια νύχτα, να σου δείξω την πόλη όταν θα κοιμούνται όλοι και θα ξενυχτάμε μόνοι, δυο σκοποί στην Αλεξάνδρας, μια γυναίκα και ένας άντρας…»
Πάρε τον καφέ σου και έλα μικρή μου ταξιδιάρα. Σου χρωστάω μια ιστορία.
Άναψε τσιγάρο και δώσε μου και εμένα ένα, να σου μιλήσω για τις νύχτες, που απλώνεις τα χέρια και φτάνεις τα αστέρια.
Κάποτε συνάντησα κάποιον που δεν ήθελε να είναι ποιητής, που πάλευε σκληρά να ταιριάξει σε αυτό που νόμιζε ότι ήταν οι άλλοι. Δεν μιλούσε πολύ αλλά αγαπούσε να γυρίζει πίσω σε μένα μετά τα ταξίδια του. Μου προσέφερε τα πάντα μα εγώ του ζητούσα πάντα το πιο δύσκολο από όλα. Να γράφει. Nα γράφει για μένα. Να σχεδιάζει ιστορίες, να ζεσταίνει την ψυχή μου, να με βγάζει γλυκά στο ταξίδι.
Δεν ήθελα να γράφω όταν έγραφε εκείνος μα μου το ζητούσε, μου έβαζε δύσκολα. Μου έμαθε να γράφω από την αρχή, με υπομονή, με αγάπη. Σα δάσκαλος, σα φίλος, σαν ερωτευμένος. Να επιστρέφω και να γράφω ξανά τις ιστορίες μου. Χωρίς ευκολίες, χωρίς ψέματα. Μου έμαθε να ζω, να κοιτάζω τα θέλω μου κατάματα και να διεκδικώ αυτό που μου αξίζει. Δύσκολα πράγματα, δυσνόητα στην ηλικία που με διάλεξε να μ’ αγαπήσει.
Κάποτε του ζήτησα μια ιστορία ξεχωριστή. Είχαμε αυτοσχεδιασμούς στο θέατρο και του ζήτησα μια ιστορία να πω, έναν μονόλογο γραμμένο για μένα, για κείνη τη νύχτα κάτω απ’ τα φώτα. Ένα παραμύθι, που δεν θα είχε ξανακούσει κανείς και αντί για αυτό, μου έδωσε την αλήθεια του. Ακόμα το θυμάμαι εκείνο το κείμενο. Την ανάσα των υπολοίπων πάνω μου καθώς αφήνονταν να τους πάρω μαζί μου σαν την βροχή. Δεν μιλούσε κανείς, εκτός από εκείνον με τη φωνή μου. Μιλούσε για τη μοναξιά, την απώλεια, την αγάπη. Για όλα όσα ήταν και θα γινόμουν και εγώ, χρόνια αργότερα και ας μου ‘λεγε «μην έρθεις». Μα το ήξερε, ότι θα ερχόμουν, όπως η πεταλούδα πέφτει πάνω στη φωτιά και ότι εκείνος τότε δεν θα ήταν πια εκεί.
Σε κείνη τη σκηνή κάτω απ’ τα φώτα με σήκωσε να πιάσω τ΄ αστέρια, τις ευχές, τα όνειρά μου και μετά με άφησε τρυφερά πάλι στη σκηνή και χάθηκε. Μου είχε δείξει το ταξίδι, μου είχε μάθει να πετώ, να μη φοβάμαι να είμαι…. ο δικός μου D.I.C.
Είναι κάποια βράδια που γυρίζω πίσω σε ό,τι έχει στ’ αλήθεια σημασία.
Απόψε γύρισα πίσω στον πρώτο μου ουσιαστικό αυτοσχεδιασμό, στο πρώτο ταξίδι, στο πρώτο φιλί πάνω σ’ ένα τζάμι….
Το ξέρω πως με βλέπεις και πως κάποιες φορές σε στεναχωρώ αλλά ξέρω πως ακόμα το αγαπάς το αγριμάκι σου και ας έχει χάσει πια τα περισσότερα κείμενα που έγραψες για εκείνη…
Απόψε δεν θα βάλω το Unforgiven ΙΙ που διάλεξες για τους άλλους και έπαιζε σαν μουσική υπόκρουση στο κείμενο αλλά το Κέλτικο που ήταν μόνο για μένα.
Και μέσα στο Κέλτικο θα αρχίσω να γράφω ξανά όπως μου έμαθες….
Τρεις και τέταρτο, βρέχει. Μια πόλη βροχή, μια πόλη σιωπή, μέσα κι έξω απ' τα σπίτια.... Χιλιάδες δρόμοι τρέχουν με διακόσια... άναρχο δίχτυ φωτός... κι έρωτες στάζουν απ' τα κεραμίδια, στάλα - στάλα...... συνωστίζονται στους υπονόμους, κοκκινίζουν τη θάλασσα.
Είναι αυτή η στιγμή...... που τα ψέματα τελειώνουν... και πρόσωπα ανέκφραστα βουλιάζουν σ' ακίνητες λίμνες... είναι τούτη δω η νύχτα... η μοναξιά..... Η μοναξιά τρώει τους ανθρώπους σαράκι... Κι είναι μερικοί που γυρίζουν.... λίγοι..... μα το βλέμμα τους χαμένο.... σα να έμειναν για πάντα σε μια νύχτα σαν κι αυτή... τί να πω, τί άλλο να πω.....
Βρεγμένα πεζοδρόμια, άσκοπα βήματα...... Κάποιοι κοιμούνται κάποιοι ξενυχτάνε... Τηλεοράσεις να πάλλονται σε ρυθμούς υπνωτικούς. Κι η αλήθεια τους λάστιχο, να μεγαλώνει να μικραίνει, καταπώς βολεύει, να χωράει στις ειδήσεις των οχτώμισυ...
Τρεις και είκοσι, βρέχει. Μια πόλη σιωπή, μια πόλη βροχή. Συχώρα με που δε σου τραγουδάω απόψε, δεν κάνω κέφι... μόνο βαδίζω αργά σε μουσκεμένους δρόμους... κι αναπολώ τις επιθυμίες που οριοθετήσαμε, τα όνειρα που περιγράψαμε με τόσο καθαρές λέξεις, και δαγκώνομαι... για το χρόνο το χαμένο που θα 'ρθει....
Τρεισήμισι..... Δεν νοιάζομαι πια αν θα καταλάβεις. Αν θα τρέξεις μακριά. Έτσι κι αλλιώς δεν ήσουν ποτέ εδώ. Τη διαμαρτυρία και το γιατί βέλος στο φεγγάρι - ξέρεις να σημαδεύεις...... Τον φόβο τον γνωρίσαμε, έτσι δεν είναι; Απ' την καλή κι απ' την ανάποδη.... Και την απελπισία.... από πρώτο χέρι..... Φύγε Ιωάννα... φύγε όσο είναι καιρός..... μαζί με τη βροχή.... και μη γυρίσεις.... μη γυρίσεις ποτέ..... Σου λέω δεν αξίζει τον κόπο... Άσε με να πέφτω στη γη... ξανά και ξανά..... όπως έκανα πάντα.... δεν έχω άλλα περιθώρια....
Είναι αυτή η στιγμή...... το τέλος της αγάπης μου λες, το τέλος της αγάπης..... Μα αυτό το τέλος δεν είναι μια στιγμή, ποτέ δεν ήταν.... Σιωπές είναι που όλο και μεγαλώνουν καθώς περνούν τα χρόνια..... Φωτιά ..... υγρό πυρ...... να πέσει σ' αγάπες, πίστεις, κοσμοθεωρίες..... μόνο λέξεις...... λέξεις αστέρια......... που τις θυμάσαι μια φορά για πάντα..... Τις φορτώνεσαι και πας.
Τέσσερις κι ακόμα βρέχει. Ο δρόμος της βροχής είναι ένας. Ένας και μοναδικός. Και δεν χωράει μουσικές τραγούδια και γιορτές. Δεν εξευμενίζεται. Δεν απαιτεί θυσίες. Απόλυτος όσο καμιά ιδεολογία. Κι ελεύθερος, πιότερο κι απ' τη σκέψη...
Ένα - ένα..... σ' έναν κύκλο τέλειο.... βήματα στο σκοτάδι.... σαν αυτό να είναι ολόκληρη η ζωή... Να ζητάς νερό και να σου δίνουν λάβαρα να κρατάς.......υπολογιστές αντί για άνοιξη.... και μπόλικες υποσχέσεις.
Μα αυτή τη στιγμή..... χρειάζομαι τη μουσική..... σ' έναν άλλο κόσμο..... πίσω απ΄ τη βροχή...... πανάρχαιες μελωδίες να καλπάσουν πίσω από ποιητικές. Αγχωμένα όνειρα ξένα και έμμονες ιδέες να σταματήσουν..... κι όλοι μου οι έρωτες να παρελάσουν...... Μα απόψε είμαι χαμένος σε μια δικαιοσύνη χωρίς νόμους..... χαμένος σε μια δικαιοσύνη χωρίς νόμους... χωρίς εναλλακτικές λύσεις, σε έναν παράλογο λαβύρινθο θανάτου......
Τι να πω, τι άλλο να πω... Ένα τραγούδι σφυρίζει στο κεφάλι μου... κάτι μισά στιχάκια σκαλώνουν στο λαιμό μου. Μισά σαν αλήθειες. Και μακρινά.... τόσο μακρινά, που λες πως έρχονται από ένα άλλο παρελθόν όχι δικό μου... δεν αναγνωρίζω τις λέξεις... δεν είναι δικές μου, δεν είναι δικές μου.
Κερκόπορτες είναι και φοβάμαι Προσπαθώ να χαμογελάσω πίσω από τοίχους που υψώνω άθελά μου ... Οι ώρες περνάνε. Η βροχή στον ίδιο ρυθμό. Καμιά φορά προσπαθώ να θυμηθώ όλα αυτά που έψαξα. Τις απαντήσεις που έδωσα, τις νέες ερωτήσεις μου. Όλους τους δρόμους που πήρα και τώρα καθορίζουν τα ναι και τα όχι μου. Μα δεν μπορώ. Δεν ξέρω γιατί. Ούτε λογικοί ειρμοί, ούτε αιτίες ή συμπεράσματα. Δεν έχω το κουράγιο να στο εξηγήσω, κι ούτε ξέρω πώς. Αυτά μόνο έμειναν, τα ναι και τα όχι μου, κάθετα σαν βράχοι στη μέση μονότονων τοπίων.
Πέντε παρά, και γυρίζω σε σένα χωρίς να το θέλω. Εσύ ζητάς αλήθειες - πού να τις βρω; Δεν έχω, ποτέ δεν είχα. Μόνο λίγο φως, μόνο λίγο.... Να ζητάς το φως όπου κι αν βρίσκεται, γιατί τίποτα δεν κόστισε ποτέ τόσο πολύ. Σε τούτα τα σκοτάδια... δεν μπορώ να σε δω, κι όσο κι αν προσπαθώ, η μορφή σου ξεφεύγει. Μα το ξέρω καλά πως είσαι εκεί... Υφαίνεις το άπειρο και το χτίζεις σε λέξεις και το λάθος το ξέρεις... Αναπνέεις τις ώρες, γεμίζεις με γκράφιτι τους τοίχους της πόλης, συνθήματα που προκαλούν ή κοροϊδεύουν.
Ήθελα μια φορά να σου πω πως σ' αγαπώ, απλά και σκέτα, χωρίς συνέπειες και εξηγήσεις. Χωρίς επαγωγικές λογικές, χωρίς προσπάθεια να ταιριάξω το όνειρο σ' αυτούς τους δρόμους που τρέχουν με διακόσια...
Ας είναι ο έρωτας η τελευταία σημαία που ύψωσα....
Χαράζει......σ' όλους τους τόνους του γκρίζου. Όχι άσπρο ή μαύρο. Αυτά είναι για σένα Ιωάννα. Μη μου μιλήσεις. Προς θεού, μη μου πεις τίποτα.... Η βροχή μας πάει... Εκείνη ξέρει καλύτερα. Μα κι αν κάνει λάθος δεν πειράζει, ας χαθούμε μαζί της.
Ίχνη σιωπής θ' αφήνω ξανά για να με βρεις...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
άμα έχεις κέφια μαρή δεν παίζεσαι!
φαίνεται πως δεν έχει δουλειά σημερα στην εφημερία!
Σπαρκούλα
καλημέρα και ευχαριστώ για το τραγούδι της βρωμόγριας...
ΥΠΕΡΟΧΟ... βρήκες στόχο γι' άλλη μια φορά ...
Αλλά όπως είπε και η Ρία παραπάνω, δεν παίζεσαι!
Γι' άλλη μια φορά δηλώνω fan !
Σε φιλώ!
Spark,
σε ευχαριστώ για το ίχνος που άφησες στη λίμνη μου.
Να πετάς ψηλά...
Δημοσίευση σχολίου