Πέμπτη, Αυγούστου 06, 2009

.

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή βγαίνει μία ταινία δώρο στα περιοδικά. Την παίρνω ξανά και ξανά δίχως να την βλέπω ποτέ. Παίζω με την συσκευασία και την στοιβάζω στην άκρη με τις υπόλοιπες ταινίες. Έχω και κόπια κατεβασμένη από το νετ. Ούτε αυτήν την έχω δει. Βλέπω άλλες με τους πρωταγωνιστές της αλλά ποτέ αυτή. Μεγαλώνω και μαζί μου γερνάνε οι εμμονές μου. Παλαιότερα πιθανώς να αρνιόμουν ότι έχω εμμονές, αργότερα ίσως να το παραδεχόμουν, τώρα απλά προσπαθώ να ζήσω με αυτές όσο καλύτερα μπορώ. Δεν είμαι σίγουρη για το τι είναι το καλύτερο, ούτε ποιος θα έπρεπε να ορίζει το τι είναι καλύτερο για τον καθένα.
Πισωγυρίζω συχνά, πιο συχνά από όσο ενδεχομένως θα όριζε το καλύτερο. Στα καλά και τα άσχημα. Τις στιγμές που είχαν κάποια αλήθεια μέσα τους, άλλοτε σκληρή και άλλοτε με μια γλύκα που πικραίνει ο χρόνος που μικραίνει τα πάντα.
Τότε γυρίζω στις μικρές μου πολυτέλειες όπως τώρα που κουνιέμαι στην μεγάλη κούνια στην αυλή με το laptop στα πόδια και τον σκύλο μου καθισμένο δίπλα να ακούει τη μουσική. Γέρασε και ο σκύλος μου, μόνος σε μια αυλή, να περιμένει να δει τα αδέσποτα έξω από τα συρματοπλέγματα. Πάνε πολλά χρόνια από τότε που βγήκε για τελευταία φορά. Το έσκασε και άρχισε να τρέχει. Δεν τον προλάβαινα και πήρα το μηχανάκι και ξεκίνησα να τρέχω ξωπίσω του σε χωματόδρομους και χωράφια μέχρι που βγήκε σε κεντρικό δρόμο και είδε τα αυτοκίνητα. Τον έχασα για λίγο. Νόμιζα πως δεν θα ξανάρθει ποτέ. Λόγω ράτσας είναι από τα σκυλιά που αν βγουν στο κυνήγι δεν επιστρέφουν πίσω ποτέ. Αυτός όμως φοβήθηκε και γύρισε πίσω τρομαγμένος και από τότε δεν τον αφήσαμε να ξαναβγεί ποτέ. Πέρασαν χρόνια. Γέρασε. Το πήρε απόφαση και τώρα πια δεν μπορεί να τρέχει όπως παλιά.
Δεν ξέρω πόσο χρόνο έχει ακόμα, ούτε πώς θα είναι η στιγμή που δεν τον βλέπω να τρέχει στον κήπο. Όταν και το τελευταίο κομμάτι αυτής της ιστορίας θα χαθεί.
Είναι στιγμές που πιστεύω ότι επιστρέφεις και διαβάζεις. Δεν ξέρω τι ψάχνεις να βρεις, τι θες να καταλάβω. Να σου πω κάτι χαζό; Δε σου συγχώρεσα ποτέ που πέταξες εκείνο το γαλάζιο λουρί. Είναι τόσο ανόητο μα εγώ που έχω μνήμη χρυσόψαρου το θυμάμαι ακόμα. Όπως και το φάκελο που στο επέστρεφα για να του το δώσεις εσύ. Ήταν υπέροχο. Ήθελα να ουρλιάξω όταν το πέταξες γιατί νόμισες ότι δεν το ήθελα. Πώς χωρούσε σε τόσο λίγο χρόνο τόση ασυνεννοησία άραγε;
Πέρασαν χρόνια μα τα γαλάζια του μάτια είναι εδώ και με κοιτούν ακόμα. Ξέρεις τι σκέφτομαι; Ότι η γερμανίδα έφυγε όταν βρεθήκαμε, όταν σιγουρεύτηκε ότι κανείς μας δεν θα το έβαζε στα πόδια, τουλάχιστον όχι εκείνη τη στιγμή. Δεν ξέρω γιατί όλοι τελευταία τον κοιτάμε που είναι τόσο κουρασμένος και ρωτάμε ο ένας τον άλλον μήπως ήρθε η ώρα του. Δεν θέλω να έρθει η ώρα του. Όχι ακόμα. Είδε τόσα πολλά και έχει να δει ακόμα.
Κάποτε μετακόμισα σε μία γειτονιά. Πριν πάω εξαφανίστηκαν όλα τα αδέσποτα. Είχα μια γιαγιά που πήγαινα και είχε μαυρίσει η ψυχή της για τα γατάκια της που χάθηκαν και αυτά. Όταν το ανέφερα σκεφτική, ξέρεις τι μου είπαν; Εμείς τα φωλιάσαμε, για σένα, για το καλό σου. Πάγωσα. Ήθελα να το βάλω στα πόδια. Μα δεν το έβαλα. Είναι πράγματα που βιάζεσαι να προσπεράσεις, ότι δεν άκουσες, δεν είδες, δεν έγιναν ποτέ.
Μου έχουν λείψει οι συζητήσεις μας. Δεν ξέρω τι έγινε και κάποια στιγμή κολλήσαμε στους μονολόγους. Πίστευες ότι την έβρισκα. Χιλιάδες πράγματα πίστευες. Τώρα τόσα χρόνια μετά δεν έχει και τόση σημασία. Έμαθα να το προσπερνώ και αυτό. Και ας γυρίζω πίσω κάποιες στιγμές για να λέω «όλα θα πάνε καλά». Αυτό δεν λέγαμε πάντα. Ότι θα τα καταφέρουμε, είτε μαζί είτε χώρια.
Έτσι δεν είναι; Θα τα καταφέρουμε….
Έτσι δεν είναι;
και αυτό το φεγγάρι... ακόμα μία νύχτα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: