Κυριακή, Σεπτεμβρίου 15, 2013

Sabbah

Απόγευμα. Έχω απλώσει τα πόδια μου στο τραπεζάκι του σαλονιού, έχω τον Τάσο (τασάκι) την κοιλιά μου, στο δεξί το τσιγάρο και στο αριστερό το ποτήρι του καφέ και παίζω με το καλαμάκι ενώ παράλληλα καπνίζω. 
Δεν έχω διάθεση για ερωτήσεις. Απολαμβάνω τον καφέ και παίζω μηχανικά με τον καπνό. Με παρακολουθεί.
- Αν μπορούσες να ζητήσεις και να έχεις ό,τι ζητήσεις, τι θα ζητούσες; Έστω ό,τι θα στα δινα εγώ. Χρήματα; Ένα άλλο μαθητή μου δώρο;
Τον κοίταξα οριακά αδιάφορα με την ανόητη ερώτησή του.
- Τις απαντήσεις μου.
- Και για αυτό σου επιτρέπω να έχεις τα ποδάρια σου απλωμένα στο τραπέζι.

............

Κάποια στιγμή συναντηθήκαμε αλλά για ακόμα μία φορά ενώ είχα πάει με τις ερωτήσεις μου, δεν έλεγα λέξη. Ήμουν τόσο στεναχωρημένη που απλά είχα βγάλει το σκασμό. (Σπάνιο για μένα). 
- Τι έγινε;
- It's not working. 
- Ποιο;
- Εγώ.
- What seems to be the problem?
- Είναι στείρο.
- Ασ' το να καταρρεύσει. Κάνε άλλο.
- It's not the answer.
- Τι ψάχνεις;
- Την στιγμή.
- Ποτέ δεν είναι στιγμή. You 've lost your faith. Δεν σου λείπει κάτι που δεν το γνώρισες ποτέ. Νόστος. Φοβάσαι. Δεν γίνεται να χάσεις ό,τι δεν είναι δικό σου. Το αυτό ισχύει και για ό,τι δικό σου. Ξεφορτώσου το επίκτητο "έχω". Δεν έχεις, είσαι.
- Και πού είναι το σημαντικό σε όλο αυτό;
- Πουθενά. Είναι απλά ο δρόμος που επιλέγεις από ένστικτο.
- Οι άνθρωποι πηδούν από τα μπαλκόνια και εγώ μελετώ τον φορμαλισμό.
- Έξω.
- Ορίστε;
- Μάζεψέ τα και φύγε τώρα. Όταν ανακαλέσεις τον σεβασμό σε ό,τι κάνεις τότε να επιστρέψεις. Μέχρι τότε η πόρτα μου θα είναι κλειστή.

...........

Σηκώθηκα και έφυγα. Δεν ενόχλησα. Σιωπή. Παντού. Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο.
- Έλα. 
Πήγα. Άνοιξε αμίλητος και μου έκανε νεύμα να προχωρήσω. Πέρασα στο σαλόνι και το τραπέζι ήταν άδειο από ό,τι είχε συνήθως. Πάνω του ήταν ένα μαχαίρι και η θήκη του. Γύρισα να τον ρωτήσω και στεκόταν πίσω μου. Τρόμαξα.
- Θα μιλήσω την γλώσσα σου. Δικό σου.
- Γιατί;
- Το πρώτο που αναγνωρίζεις και σέβεσαι είναι τα όπλα. Διάκριση. Σώζεις ή αφαιρείς ζωή. Ακόμα ένας Ιανός για την συλλογή σου.
- Το ξέρεις πως δεν κρατώ όπλα.
- Το λες αυτό ως χειρουργός, ως επιστήμων και πάνω από όλα ως άνθρωπος;
- Ως μαθητριά σου.
- Θύμισέ μου ποιο όπλο δεν έχεις χρησιμοποιήσει.
- Τι ετοιμάζεις;
- Εσένα.
- Για τι;
- Για την στιγμή που οι απαντήσεις σου θα 'ρθουν αντιμέτωπες με το ένστικτό σου.

.............

Εκείνη την στιγμή με χτύπησε στα μάτια μία αντανάκλαση από το τζάκι. Πλησίασα. Ήταν ακόμα ένα μαχαίρι. Ίδιο με το προηγούμενο. Με το όνομά μου χαραγμένο. Πήρα και το άλλο από το τραπέζι. Είχε το όνομά του χαραγμένο. Τα άφησα στο τραπέζι και βούλιαξα στον καναπέ. Τυφλά έψαξα την τσάντα, έβγαλα το πακέτο και άναψα τσιγάρο.
Έφερε 2 ποτά και τα ακούμπησε στο τραπέζι.
- Περιμένω να δω πότε θα κόψεις το κάπνισμα.
Έσβησα το τσιγάρο και έπιασα τις λαβές. Με ένα μικρό σχέδιο κοντά στην άκρη τους, έφευγε το ένα κομμάτι της θήκης. Το έβγαλα από το ένα, το ίδιο έκανα και με το άλλο. Και στην συνέχεια τα ένωσα. Κλείδωσε απόλυτα το ένα με το άλλο. Ήπια μια γουλιά και άναψα δεύτερο τσιγάρο.
- Τετραπλός Ιανός.
- Ακριβώς. Πόσες ώρες συζήτησης γλιτώσαμε; Μπορείς να βάλεις τα πόδια σου πάνω στο τραπέζι αν σου κάνει κέφι.
Δεν κουνήθηκα από την θέση μου.
- Αναγνωρίζεις και σέβεσαι. Απόλαυσε το ποτό σου. Το ένα στο χάρισα. Το άλλο θα το κερδίσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: