Πέμπτη, Μαΐου 14, 2009

Ιστορία ενός πιάνου VII


- Μη μιλήσεις. Κλείσε τα μάτια και άκου. Είναι η νύχτα, που τρέχει
ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι οι ιστορίες, που δεν είναι δικές μας. Έλα μαζί μου.
Γύρισα. Ήταν εκεί. Έβγαλα το ακουστικό από το αυτί μου.
- Έλα. Δε θα ρωτήσω τίποτα. Όχι όσο γράφεις στη γλώσσα σου. Τίποτα. Μέχρι να συναντηθούμε. Υπόσχεση. Μυστική.
- Θα έλεγες οτιδήποτε για να ‘ρθω μαζί σου, έτσι δεν είναι;
- Μόνο με απλές λέξεις, σε μικρές προτάσεις.
Χαμογέλασε.
- Όχι δύσκολες λέξεις. Όχι….
Εκείνη την ώρα χτύπησε το τηλέφωνο μου. Με τράβηξε σιγά από το χέρι και μπήκαμε στο αυτοκίνητο που μας περίμενε. Όσο μιλούσε στον οδηγό, απάντησα στο τηλέφωνο.
- Είμαστε ήδη μία ώρα και οι τέσσερις μας στημένοι στον πύργο του Άιφελ και σε περιμένουμε φορώντας τα καπέλα μας. Έλα να μας δεις, να βάλεις ένα τέλος στην ξεφτίλα μας… και ακόμα μία φωτογραφία στην συλλογή σου. Μετά τις φωτογραφίες στον Παρθενώνα και το Big Ben έλα να βγάλεις και αυτή πριν αρχίσει ο πύργος να αυτομαδαται και μας πετάξει 1-1 τα λαμπάκια του.. Έλααααα…. Νίκησες. Πόσο ακόμα θα μας αφήσεις με τα γαϊδουρινά αυτιά και το φούξια βέλο ανάμεσα στους τουρίστες;
- Και εσείς τουρίστες είστε. Απολαύστε το!
- Πού είσαι;;;;
- Δεν έχω ιδέα!
- Με ποιόν είσαι;
- Και να σου ‘λεγα δεν θα με πίστευες.
- Και πότε θα ‘ρθεις στο συνέδριο; Έχεις παρουσίαση στις 3.
- Όπως το ‘πες… έχεις παρουσίαση στις 3. Είναι όλα στο δωμάτιο μου στο ξενοδοχείο.
- Μην κλείσεις το κινητό! Μην τολμήσεις!!!....
Έκλεισα το κινητό και το απενεργοποίησα. Εξαφανίστηκε μέσα στην τσάντα μαζί με το ακουστικό. Προσπάθησα να φανταστώ τους αξιοσέβαστους επιστήμονες και συναδέλφους να αποτελούν την πρωινή ατραξιόν και άρχισα να γελώ.
Οι «π-όνοι» είχαν δηλώσει το παρόν –μαζί με τ’ αυτιά τους- και στο Παρίσι. Τα 3 μας, ο Πέτρος, ο Δημήτρης, η Σοφία, το κόμμα που λιποτάχτησε δηλαδή εγώ και το α-κόμ(μ)α 14 ο Χρήστος. Ένα περιπλανώμενο τσίρκο 5 ανθρώπων, ένα σαρκαστικό βγάλσιμο της γλώσσας στους συμβιβασμούς που κάνουμε όλοι.
- Πέφτουν τ΄ αστέρια;
Γύρισε και με ρώτησε χαμογελώντας. Είχαμε επιστρέψει στο σπίτι. Το
αυτοκίνητο σταμάτησε, κατέβηκε και μου άνοιξε την πόρτα. Έκανε νόημα και ο οδηγός εξαφανίστηκε.
- Δεν περίμενα να φύγεις τόσο πρωί. Χωρίς αντίο. Δεν είναι ευγενικό, δεν το νομίζεις;
Ξεκλείδωσε την πόρτα και την κράτησε να περάσω.
- Μετά από σας.
Στάθηκα στην πόρτα.
- Συγγνώμη και για την συμπεριφορά των ανθρώπων, που δουλεύουν για μένα. Δεν θα επαναληφθεί.
Πέρασα μέσα. Προχωρήσαμε μέχρι που φτάσαμε στο πιάνο. Πάνω του βρισκόταν ένα μεγάλο σκαλιστό κουτί με τα αρχικά του. Πλησίασε και το πήρε στα χέρια του.
- Συγγνώμη. Για τις ιστορίες σου. Αυτό είναι για σένα.
Την ώρα που μου το προσέφερε χτύπησε το τηλέφωνό του. Δεν το σήκωσε. Άφησε τον τηλεφωνητή. Μια παιδική φωνή ακούστηκε και εκείνος πήγε τρέχοντας να το σηκώσει. Κάθισα στον καναπέ, το ακούμπησα στα πόδια μου και το άνοιξα. Είχε μια επένδυση από κόκκινο βελούδο και μια πλάκα με τη φράση « Le temps c’ est de l’ amour» Πάνω-πάνω ήταν μια παρτιτούρα με μια μελωδία, χωρίς στίχους, χωρίς να είναι εναρμονισμένη. Την έβγαλα, από κάτω ήταν τα κείμενα μου και από κάτω κενά πεντάγραμμα και το στυλό που είχα χρησιμοποιήσει.
Δεν το περίμενα. Στεκόμουν εκεί μέχρι τη στιγμή που επέστρεψε κοιτώντας τις φωτογραφίες.
- Ευχαριστώ, του είπα μόλις επέστρεψε.
- Όχι δύσκολες λέξεις. Συμφωνήσαμε, το ξέχασες; Ρώτησε και μου έκλεισε το μάτι. Έλα μαζί μου.
Πήγαμε στην κουζίνα.
- Πεινάς; Τι θες να σου ετοιμάσω;
- Έναν καφέ.
- Τι καφέ;
- Σαν τον δικό σου.
Το τραπέζι ήταν ήδη στρωμένο. Η θέα από το παράθυρο σου έκοβε την ανάσα. Όσο σέρβιρε τον καφέ, άφησα το κουτί πάνω στον πάγκο της κουζίνας και πλησίασα στο παράθυρο. Η μυρωδιά του καφέ γέμισε το χώρο.
Πλησίασε και μου έδωσε μια κούπα ζεστό καφέ.
- Ξέχασα κάτι. Μου επιτρέπεις να λείψω για λίγο;
- Φυσικά. ..
Πήρα την κούπα και γύρισα πάλι στο παράθυρο.
- Υπάρχει ζωή στη σελήνη; Αποκλειστική συνέντευξη.
Γύρισα και τον είδα που γελούσε με ένα διπλωμένο μακό στα χέρια του.
- Δεν πιστεύω πως θα σου έκανε κάτι άλλο… αν θες να αλλάξεις είναι δικό σου.
Άφησα την κούπα στο τραπέζι και τον πλησίασα. Ήταν τουλάχιστον 1 κεφάλι πιο ψηλός από εμένα. Κατέβηκα από τα τακούνια μου. Διόρθωση, 2 κεφάλια.
- Είσαι σίγουρος ότι αυτό είναι για μένα;
Μου έγνευσε καταφατικά. Έβγαλα την μπλούζα μου και πήρα εκείνη που κρατούσε στα χέρια του. Την ώρα που δίπλωνα την καμένη μπλούζα μου, κοίταξα τα παπούτσια μου δίπλα στα δικά του.
- Ευτυχώς από παπούτσια είμαστε εντάξει.
- ….Προς το παρόν μου απάντησε παίρνοντας τον καφέ του. Πώς βρέθηκες χτες στο ξενοδοχείο;
- Μέσω μιας φίλης, που μένει εδώ. Έχει γνωστούς στην εταιρεία και κανόνισε να έρθουμε. Όλο το ταξίδι ήταν για τη χτεσινή νύχτα. Έχω το συνήθειο να φεύγω στα πάρτι κρυφά. Έτσι βάλαμε στοίχημα με την παρέα ότι θα κατάφερνα να το σκάσω πριν περάσει 1 ώρα από την άφιξη μας χωρίς να με πάρουν είδηση. Εκείνοι δεν πίστευαν ότι θα έφευγα πριν σε συναντήσω, εγώ δεν πίστευα ότι θα σε συναντούσα. Όχι, χωρίς να γελοιοποιηθώ τουλάχιστον… Τελικά φύγαμε χωρίς να μας πάρουν είδηση, έχασαν το στοίχημα και τώρα περιμένουν στον πύργο του Άιφελ με γαϊδουρινά αυτιά να τους φωτογραφίσω. Αλλά εγώ είμαι εδώ.
Έβγαλε το κινητό και άρχισε να γράφει.
- Τι ξέρεις για μένα;
- Τίποτα. Μόνο τη μουσική και κάποιες σκόρπιες λέξεις.
- Τι θα ήθελες να μάθεις;
- Τίποτα. Έμαθα στο σχολείο τα απαραίτητα. Μετά τα 18 αποφάσισα να ζήσω όλα τα υπόλοιπα.
- Τι θα μου έλεγες για να σε γνωρίσω;
- Να μην χάνεις τον χρόνο σου. Στο ξενοδοχείο με περιμένει ένα εισιτήριο επιστροφής. Δεν είμαι ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία, που φορά τα ρούχα σου. Δεν είμαι κάτι διαφορετικό από εκείνες, που έχεις ξεχάσει…
- Τι φοβάσαι;
- …. Τις σιωπές
- Δεν υπάρχει μουσική χωρίς αυτές.
- Ούτε σωτηρία ψυχής αλλά οι άνθρωποι ξέχασαν την τέχνη της σιωπής. Η τέχνη έγινε τεχνική, τα αστέρια φώτα ηλεκτρικά και οι άνθρωποι σκιές απρόσωπες.
- Δεν είσαι συγγραφέας
- Όχι
- Ούτε μητέρα.
- Ούτε.
- … και θες τα τσιγάρα σου.
- Ναι.
Σηκώθηκε και ανοίγοντας ένα συρτάρι έβγαλε τσιγάρα και αναπτήρες. Πήρε τασάκια από το διπλανό συρτάρι και με πλησίασε. Μου πρόσφερε τσιγάρο και φωτιά. Επέστρεψε στη θέση του και άναψε και ένα τσιγάρο και για εκείνον.
- Δεν έμαθες ακόμα λοιπόν τι είναι δημιουργία μου είπε ξεφυσώντας τον καπνό.
Χαμογέλασα.
- Έχεις δίκιο απάντησα
- Όχι. Έχω άδικο, αλλά δεν θα μου πεις την αλήθεια.
- Όχι δύσκολες λέξεις. Υποσχέθηκες…. Σςςςςς



Δεν υπάρχουν σχόλια: