Σκηνή 6η
(Ανάβει ένας προβολέας απότομα και βλέπουμε τη σκιά να πετάγεται από εκεί που κοιμόταν γονατιστή με τα χέρια να απλώνονται σαν να ψάχνουν 1 άλλο ζευγάρι χέρια.)
Σκιά: Μαμά, όνειρο παράξενο με στοίχειωνε χτες κάποιους τόνους κόκκινο πριν το ξημέρωμα. Ήτανε λέει… –Μ’ ακούς μαμά;- άνθρωποι με μαύρες κουκούλες στα πρόσωπά τους. Και με πήραν, μαμά. Τους είδα να με παίρνουν. Μα εγώ είμαι ακόμα εδώ. Αναπνέω. Βλέπω. Αισθάνομαι. Ποια πήραν τότε;
Και είδα το πεθαμένο μου κορμί θαμμένο. Τ’ όνομά μου πάνω σ’ ένα σταυρό. Όλα όσα δεν κατάφερα να μισήσω να σεργιανούν πάνω μου. Μα εγώ είμαι ακόμα εδώ. Αναπνέω. Βλέπω. Αισθάνομαι.
Άκουγα πλήθη να ψιθυρίζουν ότι η θάλασσα ξέρασε το κορμί μου μια νύχτα με πανσέληνο. Μα κανένας από αυτούς δεν με άκουσε ποτέ.
Τι είναι αλήθεια και τι ψέμα μαμά;
(Τα φώτα σβήνουν με fade out.)
Σκιά: Φοβάμαι μαμά…
………..
Φοβάμαι!!
Όλοι μας έχουμε τους σκελετούς μας κρυμμένους στη ντουλάπα μας. Αλλά οι δικοί μου έχουν όνομα μαμά. Κατερίνα. Μαρία. Νίκος. Αλέξης. Ιωάννα. Και έρχονται και άλλοι μαμά. Στριμώχνονται ο ένας δίπλα στον άλλο. Και εγώ πνίγομαι. Προσπαθώ να πάρω ανάσα μα δεν μπορώ. Απλώνω τα χέρια σε βοήθεια. Και έρχονται ολοένα, σιωπηλοί, με μάτια άδεια. Προσπαθώ να τους σπρώξω με τα χέρια μου να φύγουν. Να βγουν έξω από τη ντουλάπα, μα δεν μπορώ. Είμαι μέσα στη ντουλάπα και έρχονται, μωβ, παγωμένοι και κάθονται ανέκφραστοι δίπλα μου. Δεν αντέχω άλλο αυτά τα παγωμένα χέρια μαμά. Τις ισοηλεκτρικές γραμμές. Τα άσπρα σεντόνια. Θέλω να φύγω να βγω από αυτή τη ντουλάπα, να βγω από αυτή τη ζωή. Μα δεν μπορώ. Και συνεχίζω να αρχειοθετώ τους ανθρώπους που σκοτώνω. Και είναι πολλοί μαμά. Και θα γίνουν περισσότεροι.
Ακούς μαμά;
Ή είσαι κλεισμένη στη δική σου ντουλάπα; Αρχειοθετημένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου