Στο νοσοκομείο δεν έχεις την πολυτέλεια να διαλέγεις τους ανθρώπους. Σε διαλέγουν εκείνοι, να σου πουν αυτά που θέλουν και εκείνα που έχεις διάθεση να ακούσεις. Μέσα στη νύχτα ανάμεσα στις σειρήνες, που φέρνουν τους ανθρώπους από τα τροχαία, στις φωνές των ναρκομανών, που βγάζουν στιλέτα και απαιτούν τη δόση τους, τους ξυλοδαρμούς (αληθινούς και μη) και κείνους, που απλά σκοτώνουν την ώρα τους κάνοντάς σου καψώνια γιατί ως έλληνες φορολογούμενοι, εκείνοι σε πληρώνουν, τρυπώνουν να ζεσταθούν οι αόρατες σκιές της μέρας.
Μια από αυτές είναι και η κυρία Μαρία. Το πρώτο βράδυ, που συναντηθήκαμε κρατούσε 2 παλιές πλαστικές τσάντες και προσπαθούσε να με πείσει ότι ήταν άρρωστη και χρειαζόταν εισαγωγή. Την εξέτασα, έστειλα εξετάσεις. Η κυρία Μαρία ήταν πιο υγιής και από μένα, που δούλευα με ενέσιμα παυσίπονα απανωτά εικοσιτετράωρα. Μέσα στον κόσμο και την φασαρία δεν έδωσα σημασία και προχώρησα γεμίζοντας το βιβλίο περιστατικών ονόματα, διαγνώσεις, οδηγίες και εισαγωγές. Ανεβοκατέβαινα όλη τη νύχτα από την κλινική στα ιατρεία μέχρι τη στιγμή που με βρήκε μόνη μου και μου είπε πως αυτό που χρειαζόταν ήταν ένα κρεβάτι να κοιμηθεί και ένα πιάτο φαγητό, αν υπήρχε, γιατί έχασε το λεωφορείο και το επόμενο ήταν το πρωί. Δεν της έκανα εισαγωγή, εντούτοις το φαγητό βρέθηκε και λίγο αργότερα την είδα να κοιμάται στις καρέκλες του διαδρόμου.
Το επόμενο πρωί η κυρία Μαρία έφυγε για να επιστρέψει ξανά τη νύχτα με διαφορετικό πρόβλημα αυτή τη φορά. Φανταστικό ξανά αλλά δεν το έβαζε κάτω. Ήσυχη, διακριτική, σιωπηλή, ζήτησε ξανά ένα κρεβάτι γιατί οι δικοί της είχαν δουλειές και θα ερχόταν το πρωί να την πάρουν. Έγιναν οι εξετάσεις ξανά, βρέθηκε το μπολάκι με το φαγητό όμως όσο ήρθαν οι δικοί της να την πάρουν άλλο τόσο έγινε και η εισαγωγή.
Καθώς οι νύχτες περνούσαν, η κυρία Μαρία ερχόταν απλά να κοιμηθεί στις καρέκλες του διαδρόμου και χανόταν αθόρυβα με το πρώτο φως της μέρας. Κανένας δεν πίστευε πια την ιστορία της ότι θα έρχονταν οι δικοί της να την πάρουν αλλά και κανένας δεν την ρωτούσε. Εκείνη έστεκε σιωπηλή στις καρέκλες και παρακολουθούσε, περιμένοντας τη στιγμή που κάποιος θα της απεύθυνε το λόγο. Μα κανένας δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί μαζί της.
Μια νύχτα κάποιος μας κέρασε ένα χυμό, Μαζευτήκαμε λοιπόν το προσωπικό στο ιατρείο και καθίσαμε πίνοντας το χυμό και λέγοντας ιστορίες μέχρι να εμφανιστεί το επόμενο προσωπικό. Εκείνη την ώρα χτύπησε την πόρτα και μπήκε η κυρία Μαρία. Όλοι έτρεξαν να σβήσουν τα τσιγάρα τους. Εγώ συνέχισα να καπνίζω παρά τον αυστηρό κανονισμό περί του αντιθέτου και παρακολουθούσα την κυρία Μαρία να κάθεται σιωπηλή στο εξεταστικό κρεβάτι με τα μάτια καρφωμένα στο χυμό. Της έβαλα ένα ποτήρι χυμό και τότε χτύπησε το τηλέφωνο. Πρόβλημα στην κλινική. Έσβησα το τσιγάρο και ανέβηκα να δω τι γίνεται. Επιστρέφοντας είδα την κυρία Μαρία να κάθεται στις καρέκλες με τις τσάντες στα πόδια της. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε ένα πλαστικό μπουκαλάκι νερό που είχε βάλει μέσα το χυμό.
- Δεν σας άρεσε; Τη ρώτησα
- Και βέβαια μου άρεσε αλλά επειδή έχω πρόβλημα με το στομάχι, θέλω να το πίνω λίγο-λίγο.
Το έβαλα στα πόδια.
Δεν έμαθα ποτέ την ιστορία της κυρίας Μαρίας, δεν ρώτησα, δεν είχε σημασία. Ούτε την έψαχνα. Ήξερε τις διαδρομές μου και με περίμενε εκείνη, σιωπηλή, χωρίς να ζητά. Της γέμιζα ένα μπολάκι φαγητό που δεν έτρωγε ποτέ ολόκληρο. Πάντα το φυλούσε το περισσότερο και το έβαζε στην πλαστική της τσάντα.
Ένα βράδυ κάποιος της έκλεισε δωμάτιο στο διπλανό ξενοδοχείο. Να κάνει μπάνιο και να κοιμηθεί. Έδωσε την προκαταβολή και της είπε να μείνει τρεις- τέσσερις μέρες. Αξημέρωτα η κυρία Μαρία είχε πάρει πάλι τους δρόμους και δεν εμφανίστηκε δεύτερο βράδυ στο δωμάτιο της.
Άλλαξα νοσοκομεία, άλλαξαν πρόσωπα και οι σκιές που ξαπλώνουν στις πορτοκαλί καρέκλες. Κάποιες νύχτες ξεκλειδώνουμε κρυφά την πόρτα για να κοιμηθούν κάποιοι «τυχεροί» για λίγο σε ένα άδειο κρεβάτι, ξυπνώντας τους πριν έρθει η πρωινή βάρδια και το καταλάβει.
Εκείνες της φορές, δεν πιστεύω στα λόγια. Μήτε στη φτώχια, όχι για την Ελλάδα. Μόνο στην αδιαφορία και στο στομάχι μας που όλα τα συνήθισε πια.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
4 σχόλια:
Εσύ κι αν το "γιόρτασες"...Το καλύτερο σχόλιο στην ανάρτησή μου...φιλιά και γλυκές καλημέρες.
υγ.τα ταπεράκια του μπλογκούλη και τα μάτια μας!
ήταν λίγο μεγάλο για να το σπαμάρω στην ανάρτησή σου, για αυτό το έβαλα εδώ...
πολλές πολλές καλημέρες
όσο για τα ταπεράκια, άδειασαν, ελπίζω να τα πλύνει για να μας τα ξαναφέρουν γεμάτα
Κάτω τα χέρια από τα ταπεράκια μου!
Και πώς να μην αδειάσουν όταν ταϊζεις απ' αυτά την κάθε κουτσή κυρά Μαρία; Διότι καλά τα είπες αλλά δεν διευκρίνησες ότι έδινες το φαγητό του Ευλογούλη.
Υπέροχη η κυρά Μαρία σου κι ας μην ήταν κουτσή. Μια κουτσή ανάμεσά μας μπορούμε να την αντέξουμε. Στη δεύτερη καιγόμαστε!
κουτσή έχουμε
κουλή επίσης
και δεδομένου ότι ο Μητσοτάκης αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα, νέες συμφορές αναμένεται να χτυπήσουν την blogόσφαιρα...
Δημοσίευση σχολίου