Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2008

where have all my roses gone?



Ξύπνησα με έναν τρομερό πονοκέφαλο. Το φως έμπαινε από την μπαλκονόπορτα. Έκλεισα τα μάτια και κρύφτηκα κάτω από τα σκεπάσματα. Ένοιωθα το πρόσωπό μου πρησμένο και δεν μπορούσα να ηρεμήσω σε καμία στάση στο κρεβάτι. Τα σεντόνια μύριζαν διαφορετικά. Συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν σπίτι μου και ανακάθισα στο κρεβάτι. Προσπαθούσα να θυμηθώ τι είχε γίνει το προηγούμενο βράδυ. Σκόρπιες εικόνες άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό. Σηκώθηκα να βρω τον Λημνιό.

Πήγα στο σαλόνι και τον βρήκα να κάθεται στον καναπέ με το laptop ανοιχτό. Στεκόμουν και τον κοίταζα, όταν είδα τον Αιμίλιο να τον πλησιάζει με δύο κούπες καφέ και να κάθεται δίπλα του.

- Τι έχεις να πεις για αυτό; τον ρώτησε ο Χρήστος

- Δεν ξέρω, απάντησε ο Αιμίλιος σκεφτικός.

- Είναι όλα εδώ και δεν του τα έδωσε η Άννα. Ούτε στον ίδιο,

ούτε στον ψηφιακό alter ego του. Κοίτα, όλα της αρχεία ανεβασμένα με χτεσινή ημερομηνία.

- Γιατί λες να το έκανε αυτό; ρώτησε ο Αιμίλιος και ξεκίνησε να

στρίβει ένα τσιγάρο.

- Δεν ξέρω αλλά πες της Μαρίας να τον μαζέψει και να

εξαφανιστεί για λίγες μέρες. Η Άννα δεν πήγε στην αστυνομία χτες αλλά δεν ξέρεις τι θα κάνει σήμερα.

Μπορεί να μεγάλωσαν μαζί, σαν αδέλφια αλλά δεν μπορεί να τον καλύπτει πάντα. Η μάσκα του ηλίθιου πείθει ολοένα και λιγότερους. Το τηλεοπτικό συνεργείο ήταν εκεί χτες. Δεν ξέρεις ποιος κατάλαβε τι και τι μπορεί να βγει στις εφημερίδες.

Είχα κοκαλώσει στη θέση μου. Ο Στέφανος αδερφός της Μαρίας. Ο Λημνιός ξάδερφος του Αιμίλιου. Σε λίγο θα ερχόταν η Σπυριδούλα να μου συστηθεί σαν τριτεξαδέλφη μου, αν δεν την προλάβαινε ο σκηνοθέτης, που προφανώς ήταν ετεροθαλής αδερφός μου και o θείος μου ο batman με την θεία Στρουμφίτα, που είχαν ήδη στρώσει την τσόχα για την καθιερωμένη μπιριμπίτσα.

Κάποιος με έπιασε από τους ώμους και με κούνησε. Ήταν ο Αιμίλιος.

- Άννα είσαι καλά; με ρώτησε ανήσυχος.

- Τι σχέση έχει η Μαρία με τον Στέφανο; τον ρώτησα.

- Ο πατέρας του έχει παντρευτεί τη μητέρα της και μεγάλωσαν

στο ίδιο σπίτι μαζί σαν αδέλφια, παρόλο που έχουν διαφορετικό επίθετο. Έλα να καθίσεις μαζί μας, μου είπε και με πήρε από το χέρι και με κάθισε στο καναπέ.

Καληνύχτα


Ο Χρήστος με κοιτούσε αποσβολωμένος. Πήρε τον υπολογιστή και συνδέθηκε στο διαδίκτυο. Έψαξε και βρήκε τα 2 blogs, το δικό μου και του Στέφανου. Τα έβαλε δίπλα – δίπλα και μου έδειξε τις πιο πρόσφατες αναρτήσεις του. Ο Στέφανος είχε αντιγράψει την ιστορία με τον Αιμίλιο και την είχε ανεβάσει στο blog του σε συνέχειες εκείνη την ημέρα. Τα είχε όλα προγραμματισμένα. Έκλεισα τον υπολογιστή και ξάπλωσα στον καναπέ.

- Σήκω και έλα μαζί μου. Σου έχω ετοιμάσει δωμάτιο για να κοιμηθείς, μου είπε ο Χρήστος και σηκώθηκε. Θα μου χαλάσεις τον καναπέ.

Τον ακολούθησα με βαριά καρδιά. Ξάπλωσα στο κρεβάτι και του ζήτησα ακόμα ένα παυσίπονο. Με σκέπασε και σχεδόν αμέσως μου έφερε ένα παυσίπονο με ένα ποτήρι νερό. Το πήρα και ξάπλωσα. Τα βλέφαρά μου βάραιναν. Άκουσα τον Χρήστο να μιλάει στο τηλέφωνο ανήσυχος. Αποκοιμήθηκα χωρίς να καταλάβω λέξη από όσα έλεγε.

Όταν κλείνω τα μάτια και δεν σε βλέπω.... σταματάς να υπάρχεις;



Συνήλθα μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Ο Χρήστος βρισκόταν πλάι μου. Ανήσυχος έλεγε βλακείες καθώς προσπαθούσε να με συνεφέρει. Τα τζάμια του αυτοκινήτου ήταν θολά. Άκουσα τον Αιμίλιο και την Μαρία να μιλούν. Ο Χρήστος έστρεψε το πρόσωπό μου προς το μέρος του. Μια παράξενη ζέστη με αγκάλιαζε. Έψαξα στα τυφλά το χερούλι για να ανοίξω την πόρτα. Ήμουν στο δρόμο. Ήμουν ο δρόμος. Χαμογέλασα στον Χρήστο και άνοιξα την πόρτα γέρνοντας το κορμί μου προς τα έξω. Με άρπαξε με μία κραυγή πόνου ενώ το αυτοκίνητο φρενάρισε απότομα. Η Μαρία άρχισε να ουρλιάζει. Κοίταζα το δρόμο από την ανοιχτή πόρτα του αυτοκινήτου. Το κεφάλι μου με πονούσε αφόρητα. Ο Αιμίλιος σταμάτησε το αυτοκίνητο και ήρθε στην πόρτα. Βοήθησε τον Χρήστο να με βάλουν μέσα. Ζήτησε από την Μαρία να οδηγήσει και κάθισε πίσω. Με έβαλαν στην μέση και το αυτοκίνητο ξεκίνησε ξανά. Ο Χρήστος έβριζε τρίβοντας το χέρι του. Έκλεισα τα μάτια. Ο Αιμίλιος μου κρατούσε το χέρι σφιχτά.

Μετά από κάποια ώρα το αυτοκίνητο σταμάτησε. Ο δρόμος χάθηκε. Κρύφτηκε. Ο Χρήστος κατέβηκε πρώτος. Τον ακολούθησα και πίσω μου ερχόταν ο Αιμίλιος. Προσπαθούσα να συγκεντρωθώ, έπρεπε να ελαττώσω την παραμονή μου στο νοσοκομείο. Σκέφτηκα τον Στέφανο. Νόμιζα πως το κεφάλι μου θα σπάσει. Μπήκαμε στο ιατρείο. Ζήτησα να βγουν ο Αιμίλιος και ο Χρήστος έξω.

Προσπάθησα να αυτοσυγκεντρωθώ. Έπρεπε να είμαι πειστική. Τους είπα λοιπόν ότι με είχαν ληστέψει και καθώς αντιστάθηκα με χτύπησαν για να πάρουν τα πράγματά μου. Ξεκίνησαν να καθαρίζουν το πρόσωπό μου και να μου κάνουν ερωτήσεις. Δεν με πίστεψαν αλλά τα λεφτά, που θα έπαιρναν, εξαγόραζαν τη συγκατάβασή τους. Τους εξήγησα ότι δεν επιθυμούσα να με εξετάσουν και ότι ήθελα απλά ένα παυσίπονο για τον πονοκέφαλο. Προθυμοποιήθηκαν να μου κάνουν εξετάσεις αίματος, αξονικές, υπερήχους και ό,τι άλλο θα ανέβαζε το λογαριασμό. Τους είπα ότι είμαι γιατρός και τους έκοψα τα πολλά-πολλά. Μου έκαναν την παυσίπονη και βγήκα έξω. Την πληρώσαμε όσο κόστιζε ολόκληρη την παρτίδα και βγήκαμε έξω. Ο Αιμίλιος εξαφανίστηκε όταν είδε τους φωτογράφους, που είχαν πάει για άλλο θέμα και έτσι βγήκαμε με τον Λημνιό έξω να ψάξουμε ταξί.

- Δεν νομίζεις ότι θα ήταν καλύτερα να έμενες μέσα και να

έκανες εξετάσεις; Με ρώτησε ανήσυχος.

- Θα ήθελες να μαθευτεί τι έγινε με τον Στέφανο; Ή θα ήθελες να

μάθει η Μαρία πόσοι ήμασταν πριν λίγο στο αυτοκίνητο; του απάντησα εκνευρισμένα καθώς έπαιρνα την τσάντα μου.

- Θα μείνεις σπίτι μου απόψε και αν αρχίσεις τα τρελά σου πάλι,

σε προειδοποιώ, σε πήρα σηκωτή και ήρθαμε. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό του.

- Έλα Αιμίλιε, μόλις βγήκε. Μια χαρά είναι. Ξεκούραση

χρειάζεται… Όχι, δεν θα μείνει μέσα. Θα έρθει μαζί μου στο σπίτι μου. Μην ανησυχείτε, θα την προσέχω εγώ… Να περάσετε καλά στο party. Χρόνια πολλά. Χιλιόχρονος και για του χρόνου σου εύχομαι τα πιο βαρετά γενέθλια της ζωής σου.

Είχαμε φτάσει μπροστά στα ταξί. Ο Χρήστος είπε την διεύθυνσή του και μπήκαμε μέσα.

- Θα έμεναν αλλά είχαν να πάνε σε ένα party. Καλύτερα.

Χρειαζόμαστε λίγη ησυχία απόψε, είπε και με έπιασε από το χέρι.

Φτάσαμε αμίλητοι στον προορισμό μας. Ο Χρήστος πλήρωσε και

κατεβήκαμε από το ταξί. Ανεβήκαμε στο διαμέρισμά του. Ήταν τεράστιο. Η Μαρία είχε δίκιο. Ο Λημνιός άναψε το θερμοσίφωνα και χάθηκε στο διάδρομο.

- Πρέπει να σου βρω ρούχα να φορέσεις. Μην πηδήξεις από το

μπαλκόνι. Τουλάχιστον όχι πριν σου δείξω τα ρούχα σου. Θες να παραγγείλουμε να φάμε κάτι; Ο θερμοσίφωνας θα χρειαστεί λίγη ώρα για να ζεστάνει το νερό…

Όσο ο Χρήστος φλυαρούσε άνοιξα την μπαλκονόπορτα και βγήκα

μπαλκόνι. Έβλεπε όλη την Αθήνα. Πάνω στο τραπεζάκι είχε ξεχασμένο ένα πακέτο τσιγάρα. Το πήρα, το άνοιξα και ευτυχώς είχε και αναπτήρα μέσα στο πακέτο. Κάθισα στο πάτωμα του μπαλκονιού με την πλάτη στον τοίχο και άναψα τσιγάρο μέσα στο ημίφως. Πριν προλάβω να τελειώσω το τσιγάρο, ο Χρήστος είχε ορμήσει στα κάγκελα του μπαλκονιού και κοιτούσε με αγωνία το πεζοδρόμιο.

- Εμένα ψάχνεις; Τον ρώτησα και εκείνος από την τρομάρα του

έχασε την ισορροπία του για μια στιγμή.

- Θα με πεθάνεις πριν την ώρα μου. Και αν δεν τα καταφέρεις, να

είσαι σίγουρη ότι ένα έμφραγμα, ένα εγκεφαλικό θα μου το κάνεις δώρο και δεν θα ξέρω πώς να βγω από την υποχρέωση μετά. Έλα, σήκω να αλλάξεις, να βάλεις ένα ρούχο της προκοπής και δώσε μου τα ρούχα σου να τα βάλω στο πλυντήριο. Μην κλειδωθείς στο μπάνιο και πρέπει να τη σπάσω μετά, σε περίπτωση που γίνει κάτι γιατί η μανούλα μου θα μου σπάσει το κεφάλι.

- Καλά.. καλά… απάντησα και άναψα δεύτερο τσιγάρο. Του

πρόσφερα τσιγάρο. Άναψε και εκείνος ένα και έκατσε δίπλα μου.

- Έπρεπε να σε είχα προειδοποιήσει για το Στέφανο. Δεν είναι η

πρώτη του φορά. Μόλις ο Αιμίλιος σε άκουσε να του τα μασάς και συνειδητοποίησε ότι λείπατε και οι δύο, κατάλαβε αμέσως τι γινότανε. Ευτυχώς δεν είχατε προλάβει να απομακρυνθείτε. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πώς μου ξέφυγες. Πότε φύγατε και δεν σας είδα. Αν σας είχα δει…

- … και αν πετάει το πουλί… Κοίτα, δεν θέλω να το συζητήσω. Δεν θέλω να συζητήσω τίποτα απόψε, για να είμαι ακριβής.

Συνεχίσαμε να καπνίζουμε στα σκοτεινά. Κάποια στιγμή ο Χρήστος σηκώθηκε και μου τείνοντας το χέρι του μου είπε.

- Έλα να κάνεις μπάνιο, το νερό πρέπει να έχει ζεσταθεί.

Με σήκωσε και με οδήγησε στο μπάνιο. Μου έδωσε τα ρούχα,

πετσέτες και ανοίγοντας το ντουλαπάκι του μπάνιου έβγαλε σερβιέτες και μου έδωσε.

- Για τις δύσκολες νύχτες του μήνα, μου είπε κλείνοντάς μου το

μάτι. Δεν έχεις ιδέα, πόσο απαιτητικές έχουν γίνει οι γυναίκες τελευταία.

Βγήκε έξω από το μπάνιο και άφησε την πόρτα μισάνοιχτη περιμένοντας τα ρούχα μου. Του τα έδωσα και μπήκα κάτω από το ντους. Δεν ένοιωθα τίποτα. Κρύο, ζέστη.. τίποτα. Μηχανικά έκανα μπάνιο και βγήκα. Επέστρεψα στο σαλόνι όπου ο Χρήστος είχε αφήσει τα πράγματά μου. Πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού είχε αφήσει ό,τι είχε στις τσέπες μου και δεν έμπαινε στο πλυντήριο. Πλησίασα και είδα το ζιπάκι του Στέφανου. Κάθισα στον καναπέ και το χάζευα.

Ο Χρήστος ήρθε στο σαλόνι και με είδε να κοιτάζω το ζιπάκι. Το πήρε στα χέρια του και μου είπε

- Αυτό δεν είναι δικό σου, έτσι δεν είναι; Θα το θυμόμουν. Ούτε του Αιμίλιου είναι. Τίνος είναι αυτό;

- Του Στέφανου. Μου το έδωσε αφού βγήκαμε από το θέατρο και πριν αρνηθώ να πάω μαζί του και γίνουν όλα τα υπόλοιπα. Είπε ότι ήταν μία έκπληξη, για μένα.

- Αρκετές εκπλήξεις σου έκανε για σήμερα. Εγώ λέω να το πετάξουμε και να παραγγείλουμε να φάμε. Τι λές;

- Έχεις υπολογιστή; Απάντησα

Ο Χρήστος εξαφανίστηκε για λίγο και επέστρεψε με ένα laptop. Το άνοιξε, συνέδεσε το ζιπάκι και άνοιξε τα αρχεία του. Δεν μιλούσε. Μόνο άνοιγε το ένα αρχείο πίσω από τον άλλο. Ήρθε με το laptop δίπλα μου και μου έδειξε την οθόνη. Είχε ανακαλύψει το blog μου. Αποθήκευε κάθε μου ανάρτηση, κάθε σχόλιο, κάθε κίνηση ενώ είχε και τους κωδικούς μου σε ένα φάκελο. Οι κωδικοί για το blog, το email, το messenger ήταν όλα εκεί… τα emails μου αποθηκευμένα, τα κείμενα που δεν είχα ανεβάσει ακόμα και δίπλα ακόμα ένας φάκελος με emails και μηνύματα, που είχαμε ανταλλάξει. Τον ήξερα τον Στέφανο. Όχι σαν Στέφανο όμως. Με το ψευδώνυμό του, με μια ψεύτικη ζωή, μικρή και ασήμαντη να χωρά στις 2 διαστάσεις την οθόνης. Κοίταζα τα μηνύματα και ήταν σαν να παρακολουθώ έναν ιό να καταστρέφει τα πάντα σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Σε τούτη τη ρώσικη ρουλέτα η σφαίρα βρισκόταν στην δική μου θαλάμη.

Κυριακή, Ιουνίου 29, 2008

Μικρή μου, μπορείς να τρέξεις πιο γρήγορα από τους εφιάλτες σου, αν σ' αφήσω; .... Τρέξε:


Προσπάθησε να με καθαρίσει με τα χέρια του. Έσκυψα να πάρω την τσάντα μου και είδα τον Αιμίλιο να έχει πιαστεί στα χέρια με τον Στέφανο. Η Μαρία στεκόταν κάτω από το φως. Μία μηχανή με χαλασμένη εξάτμιση μας προσπέρασε και την ακολούθησα με το βλέμμα μου. Μια μουσική άρχισε να παίζει στο μυαλό μου. Ήθελα να φύγω από εκεί.

Έκανα μεταβολή και άρχισα να προχωρώ στο πεζοδρόμιο. Ο Χρήστος έτρεξε πίσω μου και με πρόλαβε.

- Άννα, είσαι καλά; Με ρώτησε

- Ναι.

Συνέχισα να περπατώ.

- Πού πας σε αυτήν την κατάσταση;

- Θες να το συζητήσουμε; Απάντησα αγριοκοιτάζοντας τον.

- Ναι

- Εγώ πάλι όχι.

Ένοιωσα κάτι να με αρπάζει από το δρόμο και να με γυρίζει πίσω

στο πεζοδρόμιο, ενόσω ένα αυτοκίνητο, που έτρεχε σα δαιμονισμένο, περνούσε μπροστά μας για να εξαφανιστεί σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Συνέχισα να περπατώ. Πέρασα τη διασταύρωση και προχώρησα στο πεζοδρόμιο. Το στομάχι μου ανακατεύονταν και πάλι, τα αυτιά μου βούιζαν, το λιγοστό φως θάμπωσε. Άρχισα να φοβάμαι ξανά και ξεκίνησα να τρέχω. Έτρεχα να ξεφύγω από τη νύχτα.
«Ως το τέλος του δρόμου. Ως το τέλος της νύχτας». Ίσως στο επόμενο πεζοδρόμιο να τέλειωνε η ιστορία. Αν έτρεχα αρκετά γρήγορα, θα προλάβαινα την τελευταία τελεία πριν αλλάξει η σελίδα και αρχίσει το επόμενο κεφάλαιο. Αν δεν μιλούσα, αν δεν έκλαιγα, αν δεν έκανα τίποτα παρά μόνο να τρέχω, ίσως να ξυπνούσα. Να ακόμα μία διασταύρωση, αν προλάβω και περάσω τρέχοντας σίγουρα θα ξυπνήσω. Αν με χτυπήσει ένα αυτοκίνητο περνώντας, θα ξυπνήσω ουρλιάζοντας στο κρεβάτι μου.

- Μη σκέφτεσαι. Με κάθε σκέψη, καθυστερείς. Ο δρόμος είναι εκεί και σε περιμένει, άκουγα μια φωνή στο κεφάλι μου.

Πέταξα την τσάντα στο δρόμο. Δεν υπήρχε πόνος. Δεν υπήρχε ο δρόμος. Έπρεπε να περάσω απέναντι.

Κάποιος με άρπαξε ξανά. Έχασα την ισορροπία μου αλλά με κράτησε πριν πέσω κάτω. Γύρισα το βλέμμα μου στη διασταύρωση. Στηρίχτηκα στα πόδια μου και προσπάθησα να φύγω πάλι προς τα εκεί. Αλλά δεν με άφηνε. Μούγκρισα και πάλεψα να απελευθερωθώ με μεγαλύτερη δύναμη κοιτώντας το δρόμο που έμοιαζε να σβήνει. Τα χέρια άρχισαν να με σφίγγουν περισσότερο. Πανικοβλήθηκα. Άρχισα να ουρλιάζω ενώ μου έβαλε τα χέρια στο στόμα για να σωπάσω. Δεν γνώριζα το πρόσωπό του. Δεν άκουγα τη φωνή του. Ένοιωσα το αίμα να τρέχει ζεστό ανάμεσα στα πόδια μου. Σταμάτησα να ουρλιάζω. Ο Αιμίλιος. Ναι, τον αναγνώριζα. Ήταν ο Αιμίλιος. Αλλά κάποιος χαμήλωνε τα φώτα και εγώ ήμουν τόσο κουρασμένη. Λιποθύμησα.

"Θα σε πάρω μια νύχτα.... να σου δείξω την πόλη όταν θα κοιμούνται όλοι..."


Ξεκινήσαμε να περπατάμε στο δρόμο, περιμένοντας κάποιο ταξί να φανεί.

- Δεν πιστεύω ότι ευθύνεσαι εσύ για το ατύχημα του Χρήστου…

ούτε ότι ήταν σωστή η συμπεριφορά των υπολοίπων στο νοσοκομείο. Συγγνώμη που δεν μπήκα στη μέση τότε αλλά είπαμε. Εγώ είμαι στο «off».

- Δεν πειράζει. Δεν έχει σημασία. Θα σου ζητούσα και εγώ

συγγνώμη για τις φορές που έχω γελάσει μαζί σου. Αν πίστευα στη συγγνώμη. Αλλά δεν πιστεύω.

Ο Στέφανος έβγαλε από την τσέπη του ένα ζιπάκι και μου το έδωσε.

- Ξέρεις ήθελα να στο δώσω εδώ και καιρό αλλά δεν έβρισκα την κατάλληλη ευκαιρία. Παρ’ το και όταν βρεις χρόνο, ρίξε μια ματιά στο περιεχόμενό του. Ίσως να βρεις κάτι που να σε ενδιαφέρει.

- Τι έχει μέσα; Ρώτησα καθώς το έβαζα στην τσέπη του παντελονιού μου.

Ο Στέφανος έβαλε τον δείκτη του δεξιού χεριού μπροστά από το στόμα του και είπε χαμογελαστά

- Σςςςςς… Θα χαλάσεις την έκπληξη και η νύχτα απόψε φαίνεται

πως είναι γεμάτη από εκπλήξεις. Καθώς περπατούσαμε, ξεκίνησε να σιγοτραγουδά

«Θα σε πάρω μια νύχτα να σου δείξω την πόλη, όταν θα κοιμούνται όλοι…και θα ξενυχτάμε μόνοι, 2 σκοποί στην Αλεξάνδρας, μια γυναίκα και ένας άντρας».

Σου χρωστάω ένα θεατρικό παιχνίδι για αυτό που κατέστρεψα την τελευταία φορά. Σταμάτησε μπροστά σε ένα αυτοκίνητο και έβγαλε τα κλειδιά από την τσέπη του.

- Τι λες λοιπόν; Θα έρθεις να παίξουμε;

Εκείνη την ώρα χτύπησε το τηλέφωνό μου. Είδα την κλήση. Ήταν

ο Αιμίλιος. Κοίταξα ξανά τον Στέφανο και αποφάσισα να απαντήσω στο τηλεφώνημα.

- Πού είσαι; Με ρώτησε ο Αιμίλιος.

- Δεν μπορώ να σου μιλήσω τώρα, είμαι με παρέα. Θα τα πούμε κάποια άλλη στιγμή, απάντησα καθώς έβλεπα τον Στέφανο να μπαίνει στο αμάξι και να ανοίγει την πόρτα του συνοδηγού για να περάσω μέσα στο αυτοκίνητο.

- Είσαι καλά;

- Ναι.

- Έγινε κάτι; Με ρώτησε ανήσυχος.

Κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο Στέφανος μου έκανε επίμονα νοήματα για να μπω μέσα στο αμάξι του. Πλησίασα στην ανοιχτή πόρτα με το τηλέφωνο ανοιχτό, τον ευχαρίστησα και του είπα ότι θα πάρω ταξί. Τον καληνύχτισα και γυρίζοντάς του την πλάτη άρχισα να απομακρύνομαι.

- Είμαι στο δρόμο για το σπίτι. Χρόνια πολλά…

Εκείνη τη στιγμή κάποιος μου άρπαξε το κινητό. Γύρισα και είδα

τον Στέφανο να το κλείνει και να με τραβάει προς το αυτοκίνητό του. Προσπάθησα να του ξεφύγω αλλά με τράβηξε προς το αυτοκίνητο. Άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να με βάλει στην θέση του συνοδηγού. Πάλευα να φύγω φωνάζοντάς του όταν μου έριξε μπουνιά στο πρόσωπο. Ζαλίστηκα και τον κλώτσησα και εγώ. Οπισθοχώρησε για λίγο και του ξέφυγα.

Μέχρι που ένοιωσα ένα χέρι να με τραβά στο πλάι και να με ρίχνει στο πλακόστρωτο. Ο Στέφανος με είχε προλάβει. Με γύρισε ανάσκελα και άρχισε να με χτυπά με μανία. Μετά από λίγο σταμάτησα να νοιώθω πόνο. Δεν πάλευα πια. Μια ζέστη με αγκάλιαζε και βούλιαζα μέσα της. Ο Στέφανος σταμάτησε να με γρονθοκοπά και προσπάθησε να κρατήσει το πρόσωπό μου σταθερό, απέναντι από το δικό του.

Εκείνη τη στιγμή κάποιος τον τράβηξε από πάνω μου. Γύρισα στο πλάι και είδα τα αυτοκίνητα να περνούν. Ούτε ένα δεν είχε βρει λίγο χρόνο, να σταματήσει το ρολόι σε κείνο το πεζοδρόμιο. Ο πόνος επέστρεφε κατά κύματα. Το αίμα με ανακάτευε και άρχισα να κάνω εμετό στο πεζοδρόμιο. Κάποιος με πλησίασε. Ήταν ο Χρήστος. Με βοήθησε να σηκωθώ.

Σάββατο, Ιουνίου 28, 2008

Πώς θα ήθελες τη σοκολάτα σου απόψε;

Χώθηκα στο κάθισμα ακόμα πιο αναπαυτικά. Ο Χρήστος είχε αρχίσει να παίρνει τα πάνω του και είχε επιστρέψει στις πρόβες προκειμένου να μην πάρει πόδι από την παράσταση. Εκμεταλλευόμενος την κατάσταση του είχε μετατρέψει τις λάμες του στο λυχνάρι του Αλλαντίν και κάθε, που τις έτριβε, ο θίασος έτρεχε να πραγματοποιήσει κάθε του ευχή. Μόνο η Σπυριδούλα αντιστεκόταν ακόμη, αποτίνοντας φόρο τιμής στις ποντικομαμές όλου του κόσμου αλλά ο Χρήστος εξαγόραζε τις ενοχές της για την απόρριψη αλαφραίνοντας το πορτοφόλι της.

Ο σκηνοθέτης είχε αποφασίσει ότι ο φωτισμός χρειαζόταν αλλαγές. Είχε αφήσει σημειώσεις με τις μετατροπές και έτσι ο Χρήστος με τους υπόλοιπους συντελεστές ρυθμίζανε τους προβολείς από την αρχή. Χάζευα αφηρημένη την πλατεία όταν άκουσα τον Χρήστο να λέει

- Στέφανε, πήγαινε και κάθισε στη θέση της Μαρίας να ελέγξω τους προβολείς.

- Βεβαίως. Μαρία, πού βρίσκεσαι να έρθω; Φώναξε προς τη μεριά μου καθώς η Μαρία είχε κατέβει από τη σκηνή.

Οι υπόλοιποι άρχισαν να γελούν. Ο Στέφανος ήταν το εσωτερικό ανέκδοτο της παράστασης, το επίτιμο μπουζί του θεάτρου και το απόλυτο αρσενικό για όσους και όσες δεν είχαν δουλέψει μαζί του. Κατόπιν κύκλου μετα-θεατρικών σεμιναρίων είχε κατανοήσει ότι το στόμα κάποιων ανθρώπων δεν είχε volume αλλά μόνο on και οff. Εκτός θεάτρου, παρουσία δημοσιογράφων ήταν μονίμως στο off, χαρίζοντάς του αμέτρητες φωτογραφίσεις και ελάχιστες συνεντεύξεις. Παρά τις συνεχίσεις εκκλήσεις του Λημνιού, αρνήθηκα να παρακολουθήσω το ίδιο σεμινάριο με αποτέλεσμα ο τελευταίος να με κυνηγά πατώντας ένα αόρατο κουμπί και ουρλιάζοντας “off! Off!!”

Η Σπυριδούλα βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει στο κινητό. Την παρακολουθούσα καθώς δίδασκε στο κοινό της την τεχνική «μάτια μεσάνυχτα, πόδια ορθάνοιχτα». Κλείνοντας το τηλέφωνο οι άντρες άναψαν τσιγάρο και η Μαρία τα μουστάκια της. Γυρίζοντας να δω τον Χρήστο, που απειλούσε την κονσόλα με τα σάλια του, αντίκρισα τον σκηνοθέτη να μπαίνει βιαστικός στο θέατρο. Όλως περιέργως δεν ξεκίνησε τα γαλλικά του αλλά μας χαιρέτησε και έκανε νόημα σε κάποιον να έρθει μέσα.

Πίσω του ακολουθούσε μία τούρτα, που την κρατούσε μία πιτσιρίκα, που δεν ήξερε αν έπρεπε να ουρλιάξει ή να φροντίσει να μην της πέσει η τούρτα καθώς προχωρούσε και την οποία ακολουθούσε ένα τηλεοπτικό συνεργείο. Τελικά επειδή δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιο από τα δύο ήταν πιο σημαντικό, αποφάσισε να κλέψει την παράσταση σκοντάφτοντας και πέφτοντας πάνω στην τούρτα. Με την κάμερα να γράφει και μία δημοσιογράφο με το μικρόφωνο στο χέρι να πλησιάζει απειλητικά στην σκηνή και το σκηνοθέτη να προσπαθεί να σηκώσει την μικρή από το πάτωμα κατάλαβα ότι ο Θέσπις είχε κέφια.

Μία δεύτερη τούρτα ξεπρόβαλε και η μικρή απαλλαγμένη πλέον από το δίλημμα, άρχισε να ουρλιάζει. Η δημοσιογράφος τραγουδώντας το “happy birthday” πλησίαζε απειλητικά τη σκηνή. Αμπε-μπα-μπλομ του κει-θε-μπλομ! Σταμάτησε μπροστά στον Αιμίλιο ενώ η μικρή όρμησε κατά πάνω του και τον αγκάλιασε πασαλείβοντάς τον με την τούρτα. Η Μαρία περνούσε πραγματικά δύσκολες ώρες. Η Σπυριδούλα εμφανίστηκε από τα καμαρίνια με μία σαμπάνια, την άνοιξε με θόρυβο και φρόντισε «τυχαία» να πάρει ξώφαλτσα την Μαρία ενώ ο Στέφανος προσπαθούσε να βάλει την σαμπάνια, που έπεφτε κάτω στα ποτήρια.

Ο Χρήστος ήρθε και κάθισε δίπλα μου γελώντας ενώ σε λίγο το τρίο συμπληρώθηκε με την Σπυριδούλα, που ήρθε με μία ακόμα σαμπάνια και τρία ποτήρια και κάθισε δίπλα μας.

- Θα στοιχημάτιζα την πρώτη μας νύχτα ότι δική σου ιδέα ήταν η πιτσιρίκα με την τούρτα, είπε ο Χρήστος στη Σπυριδούλα ανοίγοντας τη σαμπάνια και προσέχοντας να μη χάσει ούτε σταγόνα.

- Μπορείς να στοιχηματίσεις και όλες τις υπόλοιπες, που δεν θα ζήσεις ποτέ καθώς δεν ήταν μόνο η πιτσιρίκα, οι τούρτες, οι σαμπάνιες αλλά και αυτό, που θα γίνει τώρα.

Η Σπυριδούλα σηκώθηκε από την καρέκλα, κατέβασε το ντεκολτέ της, πήγε προς το συνεργείο, πήρε την δεύτερη τούρτα, που είχε μείνει πάνω στη σκηνή, χαμογέλασε πονηρά και άρχισε να τραγουδάει το «happy birthday» απτόητη, όσο η Μαρία την αγριοκοίταζε προσπαθώντας να καθαρίσει με μωρομάντιλα τον Αιμίλιο από την τούρτα.

Ξαφνικά οι τοίχοι του θεάτρου γέμισαν αίματα, που έσταζαν από την σκηνή στην πλατεία. Το άψυχο σώμα της Σπίρι κείτονταν στην άκρη της σκηνής ενώ η Μαρία κρατούσε τα ματωμένα μωρομάντιλα.

Άκουσα μια στριγκλιά και επέστρεψα στην πραγματικότητα.

Ο Αιμίλιος είχε βγάλει την μπλούζα του για να αλλάξει και η πιτσιρίκα είχε λιποθυμήσει φαρδιά πλατιά στη σκηνή. Η Μαρία, αφήνοντας τα πασαλειμμένα με τούρτα μωρομάντιλα, τον έντυσε στα γρήγορα με ένα καθαρό πουκάμισο από τα καμαρίνια, όσο το συνεργείο προσπαθούσε να συνεφέρει την μικρή ενώ η δημοσιογράφος είχε κολλήσει σα στρείδι στον Στέφανο. «Βρίσκομαι σε παράκρουση σκέφτηκα» καθώς παρακολουθούσα την Σπυριδούλα να επιτίθεται στην τούρτα με το κουταλάκι πριν την σερβίρουν σε πιατάκια. Ο Στέφανος μας κοιτούσε με απόγνωση καθώς ο Χρήστος πατούσε το αόρατο off. Κατευθύνθηκα προς το μέρος του.

- Μου επιτρέπεις να τον απαγάγω; είπα στη δημοσιογράφο και πριν μου απαντήσει, έπιασα τον Στέφανο από το μπράτσο και απομακρυνθήκαμε. Ο σταρ της βραδιάς σας είναι από εκεί και σας περιμένει.

Κατεβήκαμε από τη σκηνή όσο προετοιμάζονταν για τη συνέντευξη. Ο Χρήστος είχε ανέβει να φτιάξει τα φώτα, ο σκηνοθέτης έδινε οδηγίες, η Σπυριδούλα έφτιαχνε το μακιγιάζ, η Μαρία μακιγιάριζε τον Αιμίλιο, το συνεργείο οργανώνονταν ενώ η πιτσιρίκα καθόταν υπάκουη στην πλατεία.

Μάζεψα τα πράγματά μου και έκανα μεταβολή να φύγω. Ο Στέφανος με ακολούθησε.

- Μπορώ να σε συνοδέψω; Με ρώτησε

- Έχετε συνέντευξη μέσα. Θα θέλουν να σε ρωτήσουν και σένα

για τον Αιμίλιο. Δεν θα είναι ευγενικό να φύγεις, απάντησα

- Δεν θέλω να φοβάμαι μήπως γελάσουν μ’ αυτά που θα πω. Δεν

είμαι χαζός, τουλάχιστον όχι όσο τους βολεύει να πιστεύουν.

- Πρέπει να γυρίσεις, να πάρεις τα πράγματά σου.

- Ξέρεις πως αν γυρίσω δεν θα μπορέσω να φύγω. Ας κάνουμε

λοιπόν ότι τα ξέχασα.


Πέμπτη, Ιουνίου 26, 2008

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΤΙΧΟΥ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΑΠΟ ΓΑΛΑΚΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ (20/8/2008)

Διαγωνισμός στίχου από την γαλακτοβιομηχανία δωδώνη. Ανεβάστε τους στίχους σας εδώ
http://www.dodonicheese.com/Home/link1.html και κερδίστε!

Για τους πιο τολμηρούς... στείλτε μια οικογενειακή φωτογραφία και κερδίστε 1 ταξίδι στην Disneyland για 4 άτομα όροι συμμετοχής
http://www.dodonicheese.com/Home/link3.html

Έχεις δυο λεπτά να αποδείξεις ότι εσύ είσαι το πρόσωπο του MTV!

ο κινητό σου χτυπάει ασταμάτητα... Είσαι δημοφιλής. Μιλάς Greeklish... Μιλάς άπταιστα Ελληνικά και Αγγλικά. Είσαι κολλημένος με τη μουσική... Νιώθεις το groove μέσα σου. Ξέρεις τα πάντα για την pop κουλτούρα... Έχεις πάθος για τη ζωή. Έχεις το δικό σου ιδιαίτερο στιλ... Η προσωπικότητά σου ξεχωρίζει. Κοινώς, είσαι τύπος MTV. Άρα μπορείς να γίνεις το πρόσωπο του MTV!

Είσαι στην παραλία, στο supermarket, στο λεωφορείο, στο σπίτι... όπου κι αν είσαι, ό,τι ώρα σου τη βαρέσει, πάρε το κινητό σου ή την κάμερα και φτιάξε το δικό σου video. Οτιδήποτε θέλεις! Οδηγείς και βάφεις νύχια ταυτόχρονα; Παίζεις ποδόσφαιρο και τραγουδάς Madonna; Χορεύεις breakdance στη στάση του τρένου; Εμείς απλά θέλουμε να σε δούμε.

Κάνε κλικ εδώ και ανέβασε το video σου. Έχεις δυο λεπτά να αποδείξεις ότι εσύ είσαι το πρόσωπο του MTV!

Οι paparazzi ήδη σε ψάχνουν... Μην κρύβεσαι λοιπόν, show your face!


http://www.mtvsearch.gr/index.aspx

http://www.mtvsearch.gr/uploadFile.aspx

το έκλεψα από εδώ

http://www.apomesa.info/2008/06/mtv.html


Τι θα εύχεσαι όταν σβήνεις τα κεράκια σου τις νύχτες;


Κάθισα στο γραφείο. Μου ήταν αδύνατο να συγκεντρωθώ και να γράψω μία πρόταση με νόημα. Πήρα τις αιτήσεις από το συρτάρι και ξεκίνησα να τις συμπληρώνω. Το κινητό χτύπησε. Η ζέστη ήταν ανυπόφορη. Βαριόμουν να το σηκώσω. Συνέχισα να συμπληρώνω και να τακτοποιώ τις αιτήσεις. Την επομένη έπρεπε να πάω στο υπουργείο. Το τηλέφωνο συνέχισε να χτυπά. Το απενεργοποίησα. Τελείωσα με τις αιτήσεις και τις τακτοποίησα σε ένα φάκελο.

Έκλεισα τα παραθυρόφυλλα και αποκοιμήθηκα στον καναπέ. Ξύπνησα αργά το απόγευμα με πονοκέφαλο. Είχα πρηστεί. Οι αστράγαλοι μου δεν φαινότανε πια. Άλλαξα ρούχα και βγήκα να περπατήσω. Ευτυχώς είχε αρχίσει και δρόσιζε. Πήγα στο γνωστό σημείο για παγωτό. Πήρα την κλασσική μου υπερπαραγωγή και κάθισα σε ένα παγκάκι. Έβαλα τα γυαλιά ηλίου και παρακολουθούσα διακριτικά την κίνηση στο ανθοπωλείο. Κόσμος πήγαινε και ερχότανε. Παιδιά, σκυλιά, γατιά , πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερρημένοι στο παράνομο παρκάκι της γειτονιάς. Έχεις λεφτά να αγοράσεις πράσινο; Όχι; Να το νοικιάσεις τότε; Ούτε; Την πάτησες.

Βλέπω μια κοπέλα να τρέχει βιαστικά και να βγαίνει από το ανθοπωλείο. Ο φίλος μας βγήκε πίσω της στην είσοδο. Κοιτάζω την κοπέλα που έρχεται προς το μέρος μου και κρύβομαι πίσω από το παγωτό μου. Εκείνος στέκεται στην πόρτα. Ανεβάζω τα γυαλιά στα μαλλιά, γυρίζω το κεφάλι μου προς το μέρος του και του κλείνω το μάτι. Αυτό ήταν. Έκανε μεταβολή και κρύφτηκε στο μαγαζί. Κατέβασα πάλι τα γυαλιά και παρακολουθούσα την κοπέλα. Έβγαλε ένα κινητό και άρχισε να καλεί έναν αριθμό. Ευτυχώς φώναζε αρκετά και τα περήφανα αυτιά μου δεν κουράστηκαν κατά τη διάρκεια της υποκλοπής.

- Πού είσαι άχρηστε; Γιατί δεν σηκώνεις το τηλέφωνο; Ξεκόλλα

από το pc. Μάντεψε πού είμαι τώρα… Αθήνα. Ναι, ήρθα τελικά. Μη βρίζεις από τώρα, κάθισε να στα πω… Για να σου τηλεφωνώ τώρα και φυσικά στράβωσε. Αν δεν είχε στραβώσει, θα ήμασταν αλλού τώρα. Ναι και βέβαια το ήξερα αλλά την τραβούσε ο οργανισμός μου την ξεφτίλα. Μη φωνάζεις. Δηλαδή εσύ τι περίμενες να κάνω; Μία τα emails «μου λείπεις και σε σκέφτομαι και σε αγαπώ και δεν σε ξεπέρασα ποτέ» και από την άλλη «ξέρεις λείπαμε τριήμερο, την σέβομαι, μην με ενοχλείς, κοίταξε να γίνεις ευτυχισμένη γιατί σου αξίζει» και κολοκύθια τούμπανα. Ναι, ναι βρίσε και εσύ… Στο μαγαζί του είναι, σιγά μην με ακολουθούσε κιόλας ο ξεφτυλισμένος. Το θυμάσαι το τραγουδάκι «Αν όλα μου τα κέρατα, μπλέκαν γερά τα μπούτια, κορίτσια - αγόρια στη σειρά και κάνανε χορό, το κρεβάτι θα γινότανε πολύ-πολύ μεγάλο και ολόκληρη τη γη μας θα αγκάλιαζε θαρρώ».

Δεν είμαι καλά.. Όχι μην έρθεις, θα πάω στα ΚΤΕΛ και θα περιμένω το πρώτο λεωφορείο. Ξέρεις ποιο είναι το ωραίο; Τι μου ‘πε, όταν τον κοίταζα κατάματα, μετά από τόσο καιρό, χωρίς emails, χωρίς ανόητα τηλέφωνα; Ότι του έχει δανείσει 30.000 ευρώ και δεν έχει να της τα επιστρέψει. Ο καραγκιόζης. Τόσο πάει ο σεβασμός σήμερα. Δεν το ήξερα και μου είχε πάει το κέρατο στον Άρη και στέλνει φωτογραφίες τώρα στις ειδήσεις. Πήραν και δείγματα και τα εξετάζουν για ζωή. Να δεις που το κέρατο μου ανέπτυξε πολιτισμό.

30.000 ευρώ και εγώ αναρωτιόμουν τι έγινε και ανακάλυψε το σεβασμό. Και πρέπει να την ξοφλήσει την κυρία. Τόσα χρόνια πεταμένα στα σκυλιά… Ο κύριος «δεν πουλήθηκα ποτέ» και ήμουν εγώ δήθεν η πουλημένη. Χα!... Όχι, δεν τολμά να έρθει προς τα εδώ. Τέλειωσε! Ετοιμάσου, έχω εισιτήρια. Φεύγουμε για διακοπές! Κλείνω, έχω γίνει σούργελο. Θα τα πούμε από κοντά. Ετοίμασε βαλίτσες. Τι με νοιάζει τι θα πεις στη δουλειά; Πες ότι χρωστάς 30.000 ευρώ και πρέπει να τα εξοφλήσεις.

Έκλεισε το τηλέφωνο. Χάθηκε προς το σταθμό του ηλεκτρικού. Αφού εξαφάνισα και τα τελευταία υπολείμματα του παγωτού, το άφησα στο πλάι, έβγαλα το κινητό από την τσάντα μου και το ενεργοποίησα. Κάλεσα την Σπυριδούλα.

- Έλα Σπίρι τι κάνεις; Ναι, ζω. 15. Ναι, αυτό που φαντάζεσαι. Είσαι μέσα; Καν’ το και από μένα ό,τι θέλεις. Θα σου το χρωστάω. Σου στέλνω sms με τις πληροφορίες. Κανόνισε να σβήσεις τα μηνύματα. Το ξέρω ότι δεν είσαι πρωτάρα αλλά σήμερα η καλλιτέχνιδα θα ζωγραφίσει.

Κλείνω. Σε λίγο θα έχεις τα απαραίτητα στοιχεία.

Ο κωδικός 15 ήταν η αποστολή κομάντο της Σπυριδούλας εναντίον των αντρών, που κατέληγε στο κρεβάτι. Έστειλα στο κινητό της τα απαραίτητα στοιχεία, διεύθυνση μαγαζιού, όνομα, ηλικία, περιγραφή, εν περίληψη την προηγούμενη ιστορία και την παραγγελία για το ραβασάκι καθώς και το ότι βρισκόμουν ήδη εκεί αλλά να με προσπεράσει σαν να μην με γνωρίζει.

Αγόρασα ένα δεύτερο παγωτό, αναψυκτικά, περιοδικά (Pop corn δεν είχε πρόχειρα εκείνη τη στιγμή) και περίμενα την Σπυριδούλα. Σε μισή ώρα κατέβαινε τις σκάλες από τον σταθμό. Ήταν εκθαμβωτική. Ο φίλος μας την είχε βαμμένη. Το 15 είχε ήδη ξεκινήσει. Με προσπέρασε και κατευθύνθηκε στο μαγαζί. Είχα φάει ήδη το δεύτερο παγωτό και θα χρειαζόμουν ρυμουλκό πλέον για να μετακινηθώ από το παγκάκι. Είχα ενημερωθεί για τα καλλιτεχνικά, για τα ζώδια και είχα αρχίσει να λύνω τα σταυρόλεξα, όταν είδα ένα ταξί να σταματά μπροστά από το μαγαζί, την Σπίρι να μπαίνει μέσα και τον νέο της φίλο, που μετρούσε ανάποδα μέχρι να γίνει πρώην, να κλείνει το μαγαζί και να την ακολουθεί στο ταξί.

Σηκώθηκα, πέταξα τα σκουπίδια, πήρα τα περιοδικά παραμάσχαλα και πήγα στο σταθμού του τραίνου. Αγόρασα εισιτήριο και στάθηκα στη στάση. Σε λίγο το τραίνο ερχόταν. Ξαφνικά είχα όρεξη για βόλτες. Μπήκα και αποφάσισα να πάω μέχρι τον Πειραιά. Έφτασα, έκανα βόλτες στο σταθμό και αποφάσισα να γυρίσω σπίτι. Στη διαδρομή έφτασε το μήνυμα «3». Η Σπίρι βρισκόταν ήδη στον δρόμο. Φανταζόμουν την φάτσα του όταν θα έβλεπε το ραβασάκι:

«30.000 ευρώ είναι πολλά λεφτά. Πάρε 20 για αρχή. Μην ανησυχείς, έχω δώσει την διεύθυνσή σου και αλλού.» Και 20 ευρώ δίπλα στο σημείωμα.

Η κοπέλα μπορεί να έφτανε τώρα στον προορισμό της και να έφτιαχνε βαλίτσες για έναν καινούριο. Άρχισα να σιγοτραγουδώ χαμογελώντας: «Αν όλα μου τα κέρατα, μπλέκαν γερά τα μπούτια, κορίτσια- αγόρια στη σειρά και κάνανε χορό, το κρεβάτι θα γινότανε πολύ-πολύ μεγάλο και ολόκληρη τη γη μας θα αγκάλιαζε θαρρώ».

Προσέχετε όταν μιλάτε στο τηλέφωνο. Μπορεί να είμαι δίπλα σας και να φυσάω τα κεριά με τις ευχές σας για σβήσουν. Φςςςς…..Σςςςςς….

Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2008

...


Αυτή η ζέστη με αρρωσταίνει. Σέρνεται σαν βρώμικο φιλί πάνω μου. Τα χέρια μου κολάν, λερώνουν το τζάμι, που παρακολουθώ την απουσία σου. Φασαρία θολώνει τη σκέψη μου. Σημαδεύω τα τζάμια. Ανοίγω τον υπολογιστή, ένα μπουκάλι νερό από το ψυγείο και βάζω μουσική. Τα δάχτυλά μου λερώνουν το πληκτρολόγιο. Μπαίνω στο δίκτυο. Κανένα νέο email. Χαζεύω στις ιστοσελίδες. Η ζέστη είναι ανυπόφορη. Σηκώνομαι, βρέχω μια πετσέτα, την βάζω στο πρόσωπό μου και ξαπλώνω στον καναπέ.

Βουλιάζω στην μαρμελάδα της οκνηρίας και αναρωτιέμαι τι δεν ήταν αρκετό. Δεν ήμουν αρκετά όμορφη, έξυπνη, κινηματογραφική, υποταγμένη, φευγάτη για να τον τραβήξω στην κουνελότρυπά μου. Νόμιζα πως ταξιδεύαμε μαζί στην χώρα των θαυμάτων, μα έκανε διακοπή για διαφημίσεις και όταν τέλειωσε, είδα τους τίτλους τέλους να πέφτουν βιαστικά.

Βγάζω την πετσέτα και προσπαθώ να την στύψω πάνω από τα ρούχα μου. Τόσα ψέματα, που έχω χάσει το λογαριασμό.

Η Σπυριδούλα πήγε τον Χρήστο σπίτι του. Σηκώθηκα και πήγα στο παράθυρο. Ο Αιμίλιος είχε έρθει να πάρει την μηχανή του ξαδέρφου του. Γύρισε το βλέμμα του προς το διαμέρισμά μου, με είδε, έβαλε μπροστά τη μηχανή και εξαφανίστηκε.

Τρίτη, Ιουνίου 24, 2008

Αν στόλιζα την ψυχή μου με γραμματόσημα και την έστελνα ταξίδι, θα έβρισκες λίγο χρόνο να την αγαπήσεις?


Αν διαλέξω ένα ψευδεπίγραφο όνομα, σύστημα πολυτονικό και βγω στην πρωινή αναφορά, θα με ακούσεις να φωνάζω παρών;

Θοδωρής Βοριάς

Νυχτερινές επιπλοκές

Ποιήματα

Εκδόσεις Ερωδιός

Παίζω κρυφτό ανάμεσα στις σελίδες σου, ψάχνω με το τυφλό μου χέρι στον φάκελο μήπως στέκει κρυμμένο κάποιο μυστικό.

Το πήρα το βιβλίο σου Θοδωρή. Ήρθε και με βρήκε στο δεύτερο μας ραντεβού.

«Κρυφτό

Από μικροί παίζαμε κρυφτό

Ακόμα ψάχνουν να μας βρουν

Στους δρόμους οι περαστικοί.

Κι απόψε σ’ αγκαλιάζω σιωπηλά

Μες στον κρυψώνα μας

-κανείς δεν υποπτεύεται,

Δε σκέφτεται να ξεφυλλίσει ένα βιβλίο

Με ιστορίες εκτός θέματος.

Στη σελίδα τριάντα οχτώ

Τόλμησα να βγάλω για λίγο

Την καθημερινή χλωμή μου προσωπίδα

-με τα χρόνια είχε επίμονα κολλήσει.

Στη σελίδα τριάντα οχτώ

Σε φίλησα με τ’ αληθινά μου χείλη,

Σου μίλησα με τ’ αληθινά μου λόγια,

Σε κοίταξα με τα μάτια της ψυχής μου.

Σε λίγο θ’ αλλάξουμε σελίδα,

Το ‘χουμε καθιερωμένο,

Μη τύχει και καταλάβουνε την κρύπτη μας.

Αλλάζουμε,

Σαν φτάσουμε μια μέρα στον επίλογο,

Θα εγκαταλείψω τη χλωμή μου προσωπίδα,

Λάφυρο, στους περαστικούς

Σε μια παράγραφο πριν από το τέλος

Σςςς… είπες ήδη πολλά. Μας ακούν.

Δευτέρα, Ιουνίου 23, 2008

25ος ΠΑΓΚΡΗΤΙΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ (15/7/2008)


Ο Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αγίου Νικολάου προκηρύσσει τον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Λογοτεχνίας. Φέτος έχει μια ιδιαιτερότητα. Κλείνει τα 25 χρόνια. Τούτο σημαίνει ότι έχει καθιερωθεί σαν θεσμός αφού αντέχει στο χρόνο. Στα 25 χρόνια αυτά έχουν γίνει αφιερώματα σε προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών. Ανάμεσα τους, λογοτέχνες, ποιητές, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, όπως στη Μ.Μερκούρη, τον Ν. Κούνδουρο, τον Θ Αγγελόπουλο, τον Μ. Αναγνωστάκη, τον Κ.Φραγκούλη, το Ν.Καζατζάκη, το Β.Κορνάρο, τον Α.Σαμαράκη κ.α. Έτσι λοιπόν φέτος με ιδιαίτερη ικανοποίηση προχωρούμε στην προκήρυξη του 25ου Παγκρήτιου Διαγωνισμού Λογοτεχνίας στα παρακάτω είδη:
1) Π Ο Ι Η Σ Η
2) Δ Ι Η Γ Η Μ Α
3) Θ Ε Α Τ Ρ Ο
4) ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
5) ΚΡΗΤΙΚΗ ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ
6) ΜΑΝΤΙΝΑΔΑ

Καλούνται οι Δήμοι, οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι και τα με Μ.Μ.Ε. όλης της Κρήτης να στηρίξουν την προσπάθεια αυτή που έχει στόχο την ανάδειξη και την προβολή των πνευματικών δημιουργών του νησιού μας.

Ο Ρ Ο Ι Σ Υ Μ Μ Ε Τ Ο Χ Η Σ
1) Στον διαγωνισμό μπορούν να πάρουν μέρος οι κάτοικοι της Κρήτης και οι καταγόμενοι απ΄ αυτήν, όπου και αν διαμένουν.
2) Κάθε δημιουργός μπορεί να πάρει μέρος το πολύ σε δύο είδη του διαγωνισμού
3) Οι συμμετέχοντες θα πρέπει να στείλουν έναν φάκελο στην διεύθυνση:

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΡΟΥΣΣΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ 18
72100 ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ – ΚΡΗΤΗ
(Γα τον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Λογοτεχνίας)

Στον φάκελο αυτόν θα πρέπει να υπάρχουν:
α) Τα έργα σε τέσσερα δακτυλογραφημένα αντίγραφα τα οποία θα υπογράφονται στο τέλος με το ψευδώνυμο του συμμετέχοντος χωρίς καμία άλλη ένδειξη.
β) Ένας μικρότερος φάκελος όπου εξωτερικά θα γράφει το ψευδώνυμο και το λογοτεχνικό είδος, εσωτερικά δε, τα παρακάτω στοιχεία:
Ψευδώνυμο, όνομα, επώνυμο, ηλικία, επάγγελμα, τόπο γέννησης, τόπο καταγωγής, διεύθυνση κατοικίας, τηλέφωνο, e-mail.
(Όσοι συμμετέχουν σε δυο είδη, θα πρέπει να εσωκλείσουν και δεύτερο μικρό φάκελο - ένα για κάθε είδος - με το ίδιο όμως ψευδώνυμο).

4) Τα έργα θα πρέπει να είναι πρωτότυπα και αδημοσίευτα.

5) Οι συμμετοχές δεν επιστρέφονται.

6) Προθεσμία υποβολής: 15 Ιουλίου 2008

7) Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να ζητήσετε από την: κα Εργίνα Καναβάκη, κα
Αγγελική Κατσούλη στο 28410- 26899 (ώρες γραφείου) ή από τον κ. Γιώργο Ταβλά στο κιν: 6973698911

Ε Ι Δ Ι Κ Ε Σ Ο Δ Η Γ Ι Ε Σ
ΠΟΙΗΣΗ:

Κανένας περιορισμός στη μορφή του στίχου. Κάθε δημιουργός πρέπει να στείλει τρία ποιήματα ή μια ποιητική σύνθεση τριών σελίδων.
ΔΙΗΓΗΜΑ:
Ένα διήγημα μικρής έκτασης (μέχρι πέντε σελίδες).
ΘΕΑΤΡΟ:
Ένα μονόπρακτο μικρής έκτασης (μέχρι πέντε σελίδες).
ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ:
Ένα διήγημα μικρής έκτασης (μέχρι πέντε σελίδες).
ΚΡΗΤΙΚΗ ΗΘΟΓΡΑΦΙΑ:
Ένα διήγημα μικρής έκτασης (μέχρι πέντε σελίδες) στην Κρητική διάλεκτο.
ΜΑΝΤΙΝΑΔΑ :
Δέκα μαντινάδες για το νερό: απαραίτητο για την ύπαρξη, την διατήρηση και την συνέχιση της ζωής. Το νερό πολύτιμο αγαθό αλλά και πηγή δροσιάς.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ
Η Ποίηση, το Διήγημα, το Θέατρο και η Παιδική Λογοτεχνία θα κριθούν από καθηγητές της Φιλοσοφικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, ενώ η Κρητική Ηθογραφία και η Μαντινάδα από τοπική επιτροπή.

ΒΡΑΒΕΙΑ (Για όλα τα είδη).
Α ΒΡΑΒΕΙΟ: 350 ευρώ
Β ΒΡΑΒΕΙΟ: 250 ευρώ
Γ ΒΡΑΒΕΙΟ: 150 ευρώ
ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ
ΒΡΑΒΕΙΟ ΝΕΟΛΑΙΑΣ (Για νέους κάτω των 19 ετών): 300 ευρώ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Με την ευκαιρία της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων, ο Πολιτιστικός Οργανισμός θα διοργανώσει Τετραήμερο Λόγου και Τέχνης, που φέτος θα είναι αφιερωμένο στο Ζύλ Ντασέν τον άνθρωπο που μαζί με τη Μελίνα πρόβαλαν την Ελλάδα στο εξωτερικό, με τη τέχνη τους, τον αγώνα τους για τη Δημοκρατία και την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στη χώρα μας.
Οι εκδηλώσεις θα γίνουν Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή 4,5,6,7 Σεπτεμβρίου 2008, θα περιλαμβάνουν ομιλίες, προβολές ταινιών και μουσική, σε συνεργασία με το «Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη» . Καλούμε όσους πάρουν μέρος στον Διαγωνισμό να τις παρακολουθήσουν και να μην διστάσουν να ζητήσουν την βοήθειά μας αν επιθυμούν να κλείσουν ξενοδοχείο με ειδικές τιμές.
Την τελευταία ημέρα του Τετραήμερου (Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2008) στις 7μ.μ. στο Κινηματοθέατρο ΡΕΞ θα διοργανωθεί λογοτεχνική βραδιά κατά την οποία θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα, θα διαβαστούν τα βραβευμένα έργα και θα δοθούν τα βραβεία από τον Δήμαρχο Αγίου Νικολάου.
Η ημερήσια εφημερίδα ΑΝΑΤΟΛΗ θα δημοσιεύσει αρχικά όλα τα βραβευμένα έργα.

Για τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Αγίου Νικολάου
Ο Πρόεδρος

Μανώλης Θραψανιώτης

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ (1/10/2008)



- Η Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, προκηρύσσει τον 53ο Πανελλήνιο διαγωνισμό της για τη συγγραφή βιβλίων για παιδιά
- Τα έργα πρέπει να είναι λογοτεχνικά, προσεγμένα στη γλώσσα, να εμπνέουν αισιοδοξία και πίστη για τη ζωή και να κινούνται μέσα στην ελληνική πραγματικότητα
- Η προθεσμία υποβολής των έργων σε 3 αντίτυπα, ορίστηκε η 1η Οκτωβρίου 2008
- Για τους όρους συμμετοχής, αλλά και για επιπλέον πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν ν' απευθυνθούν στα τηλέφωνα 210 ' 8080605, 210 ' 7757233, 210 ' 6917708, 210 ' 5574250, 210 ' 6434838
- Τα βραβεία για το 2008 είναι:
- Βραβείο Εκδ. Οίκου ΨΥΧΟΓΙΟΣ, 800 ευρώ
Μυθιστόρημα με ελεύθερο θέμα για παιδιά του Δημοτικού
- Βραβείο Εκδ. Οίκου ΚΕΔΡΟΣ, 800 ευρώ
Μυθιστόρημα μυστηρίου με αστυνομική πλοκή
- Βραβείο Ιεράς Μητρόπολης Νέας Σμύρνης, 500 ευρώ
Μυθιστόρημα με θέμα «Αλησμόνητες Πατρίδες του Μικρασιατικού Ελληνισμού»
- Βραβείο Εκδ. Οίκου ΜΙΝΩΑΣ, 500 ευρώ
Μυθιστόρημα για παιδιά 9 ' 12 ετών με τα προβλήματα και τις ανησυχίες των παιδιών αυτής της ηλικίας (35000 λέξεις)
- Βραβεία Ελένης Μαυρουλίδου ' Δάβαρη και Βίλμας Μαυρουλίδου ' Σαλιβέρου στη μνήμη Λούλας και Ηλία Μαυρουλίδη και Λιλής Γιαννέτσου
Μυθιστόρημα με θέμα «Θησαυροί της ελληνικής γης», 600 ευρώ
Θεατρικό έργο για παιδιά, 500 ευρώ
- Βραβείο Λούλας Παπιδάκη ' Πιπίνη στη μνήμη Δημητρίου και Αθανασίας Παπιδάκη και Αντωνίου Πιπίνη, 1000 ευρώ
Μυθιστόρημα με θέμα οτιδήποτε αφορά τη μουσική
- Βραβείο του Συλλόγου «Οι φίλοι του Μουσείου Δροσίνη», 500 ευρώ
Ποιητική Συλλογή για παιδιά (25 ποιήματα)
- Βραβείο Πέρδικας Κρόκου στη μνήμη Γιώργη Κρόκου, 400 ευρώ
Παραμύθι 5 σελίδων για παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας
- Βραβείο Αντ. Δελώνη στη μνήμη Νίκης Αντ. Δελώνη, 400 ευρώ.
Μονογραφία για το έργο Έλληνα συγγραφέα ή ποιητή της παιδικής λογοτεχνίας εν ζωή, πλήρως τεκμηριωμένη με στοιχεία, βιογραφικά, θεματικής, ύφους, τεχνοτροπίας κλπ έως 30 σελίδες
- Βραβείο Εκδ. Οίκου ΠΑΤΑΚΗΣ, 300 ευρώ
Για σχολικό έντυπο (περιοδικό, εφημερίδα, ημερολόγιο κλπ)
-Βραβείο ΤΑΤΙΑΝΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥ, τιμητικό και όχι χρηματικό. Απονέμεται σε συγγραφείς για το σύνολο του έργου τους ή για τη συμβολή τους στην ανάπτυξη και προώθηση της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους

Πώς σπας την αλήθεια σε κομμάτια για να την μοιράζεις κατά πώς σε βολεύει;


Ξύπνησα με μία μυρωδιά φαγητού κάτω από την μύτη μου. Ο Χρήστος είχε παραγγείλει και είχε φέρει το φαγητό στην κρεβατοκάμαρα.

- Πώς είσαι;

- Καλύτερα.

Ανακάθισα στο κρεβάτι και πήρα το φαγητό στα πόδια μου.

Ξεκινήσαμε το φαγητό.

- Μήπως άλλαξες γνώμη και θες να πάμε στο νοσοκομειο;

- Όχι

- Καλά. Αλλά δεν είμαι gay!

- Πού κολλάει αυτό; Να αλλάξεις τις ιστορίες σου.

- Αυτό ήταν όλο; Πήγαινε μέσα και σβήσε τα αρχεία και τώρα αν

το θες. Δεν έχω κρατήσει αντίγραφα.

- Όχι καλή μου. Θα τα διορθώσεις και θα τα ανεβάσεις μαζί με

τα υπόλοιπα. Και να γράφεις πιο συχνά το όνομά μου. Ολόκληρο για να με βρίσκουν στον γούγλη.

- Ό,τι πεις εσύ. Σου χάλασα εγώ ποτέ χατίρι;

- Ποτέ. Να το φας στο έφερα το φαγητό, όχι να το χτενίσεις.

- Δεν πεινάω.

- Μη γίνεσαι μωρό. Έχεις πρόβλημα και αν εσύ δεν βοηθήσεις

τον εαυτό σου δεν θα σε βοηθήσει κανείς.

- Είμαι κουρασμένη.

Ο Χρήστος άνοιξε τη ντουλάπα και έβγαλε τα πρώτα ρούχα που

βρήκε μπροστά του.

- Φόρεσέ τα τώρα και πάμε στο νοσοκομείο αλλιώς θα πάρω

τηλέφωνο τον Αιμίλιο να ‘ρθει να σε πάει αυτός. Διάλεξε.

Σηκώθηκα και πήρα τα ρούχα, πήγα στο μπάνιο, άλλαξα και έδωσα στον Χρήστο τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Κατεβήκαμε στο parking και βγάλαμε το αυτοκίνητο. Πήγαμε στη γιατρό, περιμέναμε τη σειρά μας, μπήκα μέσα και ακούσαμε την καρδιά του μωρού. Ντύθηκα ενώ ο Χρήστος είχε πιάσει κουβέντα μαζί της και προσπαθούσαν να με πείσουν να πάμε σε νοσοκομείο. Αρνήθηκα και βγήκα από το εξιλαστήριο. Πλήρωσα και επιστρέψαμε σπίτι.

Το κεφάλι μου πονούσε. Πήγα στο κρεβάτι και χώθηκα με τα ρούχα κάτω από τα σκεπάσματα. Αυτή η βόλτα με είχε εξουθενώσει. Αποκοιμήθηκα αμέσως.

Ξύπνησα με την μυρωδιά του φαγητού κάτω από την μύτη μου. Ο Χρήστος είχε παραγγείλει.

- Δεν πιστεύω να περίμενες να μαγειρέψω, ανάπηρος άνθρωπος.

- Όχι γλυκέ μου, του απάντησα και πήρα το πιάτο μου στο κρεβάτι. Τι θα κάνουμε απόψε;

- Το μάτι σου γυαλίζει, με φοβίζεις, απάντησε χαμογελώντας.

- Φέρε μου το τηλέφωνο.

- Τι θα παραγγείλεις; Άντρα; Ταλέντο;

- Κάτι καλύτερο. Περίμενε και μην τσιμπάς από το πιάτο μου! Έχεις το δικό σου.

Σχημάτισα τον αριθμό της Σπυριδούλας.

- Έλα, Σπίρι. Τι κάνεις; Πάλι με την ποντικομαμή είσαι; Παρά τα την και έλα σπίτι μου. Απόψε θα ξεπορτίσεις… Φέρε και τη στολή της νοσοκόμας. Θα μας χρειαστεί.

Έκλεισα το τηλέφωνο.

- Αγάπη, πρέπει να βρεις πρόβλημα επειγόντως. Η Σπίρι έρχεται εδώ.

- Εκτός από το χέρι τι άλλο θέλεις; Να μου σπάσεις και κανένα πόδι μήπως;

- Ψυχολογικό, υπαρξιακό, ότι σε εκφράζει καλύτερα.

- Οικονομικό παίζει;

- Χρήστο, συγκεντρώσου!

- Θα πέθαινα και τι θα άφηνα, πες μου, ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές; Ούτε το τι να γράψεις στον τάφο μου δεν θα ήξερες.

- Πες μου τι θες και αυτό κανονίζεται.

- Ο Τζάμπας πέθανε!

- Οκ. Να κλείσω και κανένα μπαλετάκι από τώρα ή να περιμένω;

- Περίμενε, χτυπά το τηλέφωνό μου. Οι θαυμάστριες αδημονούν…

Ναι, ποιος είναι; Γεια σου Μαρία. Τον βρήκες τελικά τον

Αιμίλιο ή να στείλω mail στην Νικολούλη; Προλαβαίνω να βάψω ρίζα για την απευθείας σύνδεση;… Α, τον βρήκες τον Αιμίλιο. Και τώρα τι θέλεις από τη ζωή μου καλή μου αφού δεν ξέρεις ότι δεν μπορώ να σου δοθώ;… Θες να με δεις; Τώρα;… Δεν είμαι στο σπίτι μου… Στης Άννας, μου χρωστάει μερικά αποκλειστικά… Έχεις και τον Αιμίλιο μαζί σου ε;

Με κοιτούσε με απόγνωση. Μας την είχε στημένη.

- Η διεύθυνση είναι Μιλτιάδους 24. Σας περιμένουμε. Έκλεισε το

τηλέφωνο και γύρισε προς το μέρος μου.

- Κοιτάξτε να σώσετε να γυναικόπαιδα και αφήστε με εμένα

πίσω. Τι χάσκεις καλή μου; Φόρεσε κάτι κόκκινο και πρόσεχε να μην ξεβάψεις στους καναπέδες. Θα μαζέψω τα αποφάγια, ξέρω πού είναι τα κρασιά, άσε πάνω μου την υποδοχή.

Την ώρα που άλλαζα, χτύπησε το κουδούνι.

- Ανοίγω εγώ, είπε ο Χρήστος και κατευθύνθηκε στην πόρτα.

Η Μαρία μπήκε μέσα με ένα κόκκινο φόρεμα

- Το περίμενα ότι θα χαιρόσουν, που βγήκα από το νοσοκομείο

αλλά δεν είναι αυτό, που είχα στα υπόψη, τους είπε ο Λημνιός καθώς παραμέριζε για να περάσουν μέσα.

- Έχουμε να πάμε σε ένα party του καναλιού και ήμασταν τυχεροί

που ήσασταν στο δρόμο μας.

- Γιατί αν δεν ήμασταν, δεν θα ερχόσασταν; Να κεράσω κάτι;

Ένα κρασί; Ένα νερό; Ένα νεραντζάκι; Εμένα;

Τους άκουγα από την κουζίνα καθώς άνοιγα το κρασί. Έβγαλα τα ποτήρια, τα γέμισα, τα πήρα στα χέρια και προχώρησα στο σαλόνι.

- Καλησπέρα. Ένα ποτό, για να πιούμε στην υγεία του Λάζαρου.

- Για σένα, απλά Χρήστος.

- Δεν θα μείνουμε για πολύ. Μας περιμένουν. Θες να σε

πετάξουμε σπίτι σου; Ρώτησε η Μαρία

- Όχι, θα μείνω εδώ απόψε.

- Πολύ μικρό δεν είναι αυτό για σένα; Υποψιάζομαι ότι όσο είναι

ολόκληρο το διαμέρισμα είναι μόνο το σαλόνι σου. Ειλικρινά δεν σας κατάλαβα ποτέ εσάς τους άντρες, πώς αφήνετε τις ανέσεις σας για κάτι λιγότερο;

Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι. Πήγα να ανοίξω την πόρτα. Η Σπυριδούλα μπήκε σαν σίφουνας στο δωμάτιο, πετώντας μου την καμπαρτίνα και το μαντίλι, που φορούσε και κατευθυνόμενη προς τον Χρήστο ντυμένη νοσοκόμα, έβγαλε μία ψεύτικη σύριγγα από τον τσέπη της.

- Ήσουν κακό παιδί και πρέπει να σου κάνω ενεσούλα.

- Βλέπεις τώρα γιατί οι άντρες αφήνουμε τις ανέσεις μας;

Μερικές φορές η ζωή έχει περισσότερη πλάκα χωρίς αυτές, της απάντησε ο Χρήστος κλείνοντάς της το μάτι.

- Ευτυχώς που ο ξάδερφός σου είναι υπέρ της άνεσης. Έτσι

Αιμίλιε;

Παραλίγο να μου πέσει το ποτήρι από τα χέρια.

- Θα σε μαλώσω, μου είπε η Σπυριδούλα. Δεν μου είπες ότι θα

έχεις κόσμο, να φέρω ενισχύσεις. Μαρία, εσύ τι παριστάνεις μέσα στα κόκκινα με αυτά τα μούτρα; Τη δυσμηνόρροια;

- Χρήστο χαίρομαι, που είσαι καλά. Αν χρειαστείς κάτι

τηλεφώνησέ μας. Αιμίλιε φεύγουμε, θα αργήσουμε. Σπυριδούλα παίξε όσους ρόλους προλαβαίνεις σε καναπέδες και κρεβάτια γιατί στη σκηνή δεν σε βλέπω να συνεχίζεις για πολύ ακόμα.

- Συζητάμε με κανάλι την μεταφορά ενός βιβλίου της Άννας.

Έχει ήδη παραδώσει τα πρώτα επεισόδια και θα είμαι η πρωταγωνίστρια. Ίσως βρεθεί και κανένα ρολάκι και για σένα. Ο Αιμίλιος δεν τα κατάφερε ακόμα να σε βάλει στην τηλεόραση σε ρόλο της προκοπής αλλά αν μάθεις τρόπους, ίσως να κάνουμε εμείς κάτι για αυτό.

Η Άννα όρμησε στην πόρτα, την άνοιξε και φανερά εκνευρισμένη

γύρισε προς το μέρος του.

- Αιμίλιε πάμε και άσε τα παιδάκια να παίξουν.

Σηκώθηκε αμίλητος, υποταγμένος και την ακολούθησε. Έφυγαν

και εγώ έμεινα να κοιτάζω το ποτήρι με το κρασί.

- Τι έπαθες εσύ; Ξεκόλλα! Είπε η Σπυριδούλα

- Πότε θα μου έλεγες ότι είστε ξαδέρφια με τον Αιμίλιο; Το

ξέχασες ή είχε πλάκα, να γελάτε με την βλακεία μου; Ρώτησα τον Χρήστο.

- Γιατί αν στο έλεγε δεν θα πήγαινες με τον Αιμίλιο; Μπήκε στην

μέση η Σπυριδούλα.

Αν σε ένα δωμάτιο δεν μπορείς να προσδιορίσεις τον βλάκα, τότε

το μόνο σίγουρο είναι ότι ο βλάκας είσαι εσύ. Αυτό τριγυρνούσε στο μυαλό μου καθώς πήγαινα στην κουζίνα. Άνοιξα το ντουλάπι. Δεν υπήρχε τσιγάρο. Τα είχα πετάξει. Επέστρεψα στο σαλόνι και πήρα από το πακέτο του Χρήστου.

- Δεν είχα σκοπό να στο κρύψω. Όλο έλεγα ότι θα βρω την

κατάλληλη στιγμή αλλά έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, πες μου αλήθεια, πότε ήταν η κατάλληλη στιγμή;

- Όταν γνωριστήκαμε μήπως;

- Μήπως ήθελες να σου κατεβάσει ολόκληρο το γενεαλογικό του

δέντρο; Ο Χρήστος δεν ανακατεύτηκε ούτε και θα ανακατευτεί στα πολύγωνά του Αιμίλιου. Για αυτό ήρθε και η Μαρία εδώ. Για να δει πού είναι το σπίτι σου και να σε ξεμαλλιάσει με την πρώτη ευκαιρία. Ούτε εμένα μου το είπε ο Χρήστος αλλά δεν θέλει και πολύ μυαλό γνωρίζοντας τον Αιμίλιο και βλέποντας την φάτσα σου όταν τον κοιτάς,

Δεν ήξερα τι να πω. Ο καθένας σκηνοθετούσε την δική του παράσταση σε ένα τρελό γαϊτανάκι.

- Τι θα γίνει τώρα ρε παιδιά; Θα βγούμε; Ή να πάω να βρω τον

καλό μου; Μην πάει χαμένη τέτοια στολή.

- Άννα συγγνώμη. Δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω, είπε ο

Χρήστος και ήρθε και κάθισε δίπλα μου.

- Ο Αιμίλιος τώρα σίγουρα θα ακούει τα εξ αμάξης. Σκεφτείτε

τον στο αμάξι, να τον έχει στη μουρμούρα. Τον κακομοίρη, πάει να κάνει καμιά αρπαχτή και γίνεται συγκέντρωση! Και μια και είπα συγκέντρωση. Ενίσχυση για το κόμμα, ποιος θα δώσει; Πιαστήκανε τα πόδια μου όλη μέρα στους δρόμους. Χρήστο, μου έμειναν απούλητα μερικά φύλλα του Ριζοσπάστη, έκανες οικονομία τόσες μέρες στο νοσοκομείο… θα τα πάρεις όλα εσύ.

- Αν δεν πάρω εσένα, δεν παίρνω τίποτα.

- Έχεις πάει με τον Αιμίλιο; ρώτησα

- Φυσικά. Λες να τον άφηνα να μου ξεφύγει; Παλιά ιστορία.

Καλός, αλλά για κοντινές διαδρομές, απάντησε η Σπυριδούλα και ανέβασε τα πόδια της στο τραπέζι του σαλονιού.

- Μήπως έχετε και άλλα να μου πείτε, να τα πείτε τώρα που

γυρίζει; Είπα πηγαίνοντας να πάρω το μπουκάλι με το κρασί από την κουζίνα.

- Πόσο θα ενισχύσεις το κόμμα, να σου πω τι άλλα έχουμε, μου

απάντησε βγάζοντας τα κουπόνια από την τσάντα της

- Θα σου δώσω τον Χρήστο. Κοψοχρονιά τον παίρνεις επειδή

Μας βγήκε ελαττωματικός αλλά τον καλύπτει εγγύηση.

- Χρήστο, λες να είναι η νύχτα μας απόψε; Ρώτησε η Σπυριδούλα

γυρνώντας προς το μέρος του Χρήστου

- Ναι! Ναι! Ναι! Απάντησε μες στην τρελή χαρά

- Κάνε όρεξη ή έστω βρες τον τρόπο να κάνεις λεφτά. Πολλά

λεφτά.

- Τι θα παραγγείλουμε για φαγητό; Κερνάει η ποντικομαμή.

Πήρε προαγωγή, είπε χαμογελώντας η Σπυριδούλα και άνοιξε το κινητό της.

- Δρόμο να δούμε πότε θα πάρει, είπε ο Χρήστος

- Αφού ξέρεις ότι δεν θέλω να ριψοκινδυνεύσω τη σχέση μας

ζουζούνι μου.

- Μα δεν θα ριψοκινδυνεύσει η σχέση μας. Το ίδιο θα σε βρίζω

για την ποντικομαμή.

- Σε βλέπω σαν φίλο.

- Και σαν λαμπατέρ να με βλέπεις, δεν με πειράζει. Έχω μεγάλη

κατανόηση.

- Αφού το ξέρεις ότι αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, γιατί το

κουράζεις το θέμα; Τι θα παραγγείλουμε παίδες; Αφήστε το. Εγώ πληρώνω, εγώ θα αποφασίσω.

Τηλεφώνησε και έδωσε την παραγγελία.