Κυριακή, Ιουνίου 08, 2008

Να με κοιτάς όταν θα φεύγεις...

-Θα βαρεθεί, πού θα πάει; Είπα συνεχίζοντας να τρώω αμέριμνη.

-Αν θες να χεις την ησυχία σου, θα σταματήσεις να βλέπεις τον άλλον, τουλάχιστον μέχρι να σε παρατήσει ο Αιμίλιος. Αλλιώς σε βλέπω να σε δέρνουν Αιμίλιος και Μαρία εναλλάξ. Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή ο ένας, Τρίτη-Πέμπτη-Σάββατο ο άλλος, Κυριακές θα σε δέρνουν και οι δυο μαζί στο ΚΑΤ. Πλάκα κάνω. Δεν είναι τόσο τραγικά τα πράγματα.

- Ο Αιμίλιος δεν θα φύγει. Έχω κακό προαίσθημα.

- Χαλάρωσε. Έγινε κάτι όταν λείπατε;

- Όχι. Τίποτα διαφορετικό από όσα ξέρεις.

- Εσύ πώς τα πας;

- Τι φοβάσαι; Τη Μαρία; Μην το σκέφτεσαι; Ακόμα και αν το μάθει θα κάνει σκηνή, θα πάει ένα μεγάλο ταξίδι κάπου εξωτικά με τον Αιμίλιο, θα του τσακίσει τις πιστωτικές και αυτό ήταν όλο. Όσο μεγαλύτερη φασαρία κάνει, τόσα περισσότερα θα είναι και τα μηδενικά. Όταν θα ‘χεις στ’ αλήθεια διάθεση να ακούσεις και τα δικά μου, τότε θα στα πω.

- Τι λένε στο θέατρο για μένα;

- Ότι είσαι άσχετη από θέατρο και ότι έδωσες λεφτά για να ανέβει η παράσταση και για αυτό πρακτικά δεν δουλεύεις αλλά περιφέρεσαι ατιμώρητη. Τι θα κάνεις μόλις ανέβει η παράσταση;

- Θα φύγω. Άφησα μια ζωή πίσω και πρέπει να επιστρέψω. Τελειώνουν και τα χρήματα. Εκτός αν σε βγάλω στο κλαρί. Αλλά ποιο κλαρί να σε κρατήσει εσένα;

- Πολύ μιλάς, λίγο μασάς. Τελειώσαμε τα φαγητά και έχουμε να γονατίσουμε τα γλυκά. Μη χάνεις το ρυθμό σου.

Αφού φάγαμε επιστρέψαμε στο θέατρο. Ευτυχώς είχαμε πάει πριν από τους υπόλοιπους. Άφησα τα πράγματά στο δίπλα στον Λημνιό και ανέβηκα στη σκηνή. Ο Χρήστος έβαλε μουσική και μηχανικά, άνοιξα τις θήκες από τα cds που βρισκόταν στα γραφεία του σκηνικού. Μια ντάμα κούπα βρισκόταν στη μία θήκη, και ένας άσσος σπαθί στην άλλη. Ο Αιμίλιος. Κατέβηκα από τη σκηνή και πήγα και άδειασα την τσάντα μου στο πάτωμα. Μέσα στα πράγματα ήταν μια τράπουλα μικρή σε μέγεθος σπιρτόκουτου. Κάθισα στο πάτωμα, με την τράπουλα στο κουτί της στο ένα χέρι και τα δυο φύλλα στο άλλο, όταν άκουσα βήματα. Ο Λημνιός όρμησε στο πάτωμα και άρχισε να μαζεύει τα πράγματα.

- Πού έχεις το μυαλό σου ήθελα να ήξερα.

Άνοιξα το κουτί και έβγαλα ένα φύλλο στην τύχη και το πέταξα

Πάτωμα, ενώ συνέχισα να μαζεύω τα πράγματά μου. Τα μάζεψα και καθώς καθόμουν γρήγορα στη θέση μου είδα τον Αιμίλιο να βάζει ένα 7αρι στην πίσω τσέπη του παντελονιού του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: