Φοβάμαι. Άνθρωποι, λέξεις, εικόνες και εγώ μένω εδώ με ένα κόκκινο φουστάνι και περιμένω. Κοιτάζω πάλι ψηλά. Δεν φοράω πια εκείνο το φόρεμα. Δεν υπάρχει τίποτα εδώ. Και εσύ πρέπει να φύγεις. Πάντα ήμουν καλή στο να σε βλέπω να φεύγεις. Έτσι δεν είναι; Σου χαμογελούσα και σε παρακολουθούσα καθώς προχωρούσες βιαστικός να χλευάζεις την ασχήμια. Δε σε ρώτησα ποτέ, πότε θα ξαναβρεθούμε. Σε άφηνα να διαλέγεις εσύ αν θες να ξαναβρεθούμε. Αν κάτι έχει σημασία για σένα. Ούτε λέξεις σου ζήτησα ποτέ. Ρακοσυλλέκτης ήμουν και μάζευα μόνο αυτά που πέταγες. Τον άδειο αναπτήρα, τον ξεχασμένο σου καπνό, την αγκαλιά σου.
Φτερούγιζε η καρδιά μου από την πρώτη στιγμή που σε είδα στο θέατρο. Σφιγγόταν το στομάχι μου και νευριασμένη ευχόμουν να μην κοκκινίσω και τα χαλάσω όλα. Να μην καταλάβεις. Να μην τρομάξεις και το βάλεις στα πόδια. Μέτραγα τις λέξεις μου να μην μου ξεφύγουν οι απαγορευμένες. Να κλέψω λίγο χρόνο ακόμα. Να κλέψω εσένα για λίγο ακόμα. Δεν ήσουν δικός μου ποτέ. Αλλά δεν με ένοιαζε. Αυτό με κάνει κακό άνθρωπο; Ίσως και να είμαι, για αυτό παγώνουν οι σκέψεις μου. Ούτε τώρα με νοιάζει. Αν γνωριζόμασταν πάλι, τα ίδια θα έκανα.
Η γαλάζια σκόνη περιστρέφεται γύρω μου. Πάνω της βλέπω τις στιγμές μας. Καθώς παγώνω ξανά αυτές σβήνουν, το γαλάζιο ξεθωριάζει και απομακρύνεται. Ένα φως. Το σκοτάδι με σβήνει. Πρέπει να πλησιάσω για μια τελευταία φορά. Λίγο φως. Νοιώθω αδύναμη όπως τότε στα πλακάκια της κουζίνας. Σκέφτομαι το φως και βρίσκομαι κοντά του.
Είναι ο Αιμίλιος. Πρέπει να φύγει. Φωτιά. Πού βρέθηκε η φωτιά εδώ πέρα; Ζεσταίνομαι και θέλω να φωνάξω να φύγει. Το γαλάζιο φτιάχνει το κορμί μου ξανά καθώς το σκοτάδι σκίζεται από το φως που εκρήγνυται και σκορπίζει παντού. Βλέπω τα χέρια μου. Βλέπω το πρόσωπό σου…
Τι κάνεις; Σταμάτα! Δεν με ακούς; Σταμάτα σου λέω! Ποτέ δεν σου ζήτησα τίποτα. Σου ζητάω όμως τώρα και οφείλεις να με ακούσεις. Δεν το αντέχω τόσο φως. Φύγε. Γιατί δεν σταματάς; Δεν ακούς; Δε με βλέπεις; Εδώ μπροστά σου είμαι και σε βλέπω να χάνεσαι.
Δεν σ’ αφήνω να χαθείς. Όχι όσο είμαι εδώ. Εγώ είμαι εσύ. Δεν υπάρχει εγώ. Δεν υπήρξε ποτέ. Μόνο εσύ. Και τώρα πρέπει να επιστρέψει. Τι σου έκανες τρελέ; Σταμάτα. Ό,τι και αν κάνεις, για μένα πάντα θα είσαι ο δικός μου Αιμίλιος. Περίμενε με μαθητευόμενε μάγε. Τα έκανες μαντάρα. Δεν στήνουν τέτοια φωτιά παρά μόνο αν είναι να καεί γυναίκα.
Με νοιώθεις καθώς δυναμώνεις τη φωτιά; Έχω προσάναμμα για σένα. Τι έμεινε; Ένα παραμορφωμένο κεφάλι και λίγο ξεσκισμένο κρέας που καίγονται και αυτά. Σ’ αγκαλιάζω και σε χαϊδεύω καθώς χάνεσαι. Όχι έτσι αγάπη μου. Δεν σου πρέπουν αποκαΐδια. Λίγο δυναμίτη θέλουμε να τα ανατινάξουμε όλα. Μια τελευταία λέξη, που σου χρωστάω πριν χαθούμε στο τίποτα.
Σ’ αγαπάω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
4 σχόλια:
βρε κορίτσι μου με έχεις μπερδέψει!
τι περίπτωση είναι αυτή?
μεχρι τώρα έχουμε στη μεθ τον αιμίλιο και ενημερους ΄΄ολους για την εγκυμοσύνη της άννας.
τι στο καλό, θα τους πεθάνεις όλους τους πρωταγωνιστές?
τώρα ποιος θα το κάνει σήριαλ?
όχι τιποτα άλλο, θα χάσω και το κάστινγκ!
ανακεφαλαιωση. αιμίλιος και αννα στην μεθ (την ξύπνησα αλλά δεν είπα ότι είναι καλά, επιπλοκές κτλ), έχουμε 1 χαμένη εγκυμοσύνη και μία που -μεχρι στιγμής- πάει καλά (?)
εναν στέφανο που εχει φάει ξύλο και τον λημνιο να αναρρώνει από τροχαίο.. χορηγός προφανώς θα είναι μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο!
εσύ να χάσεις το casting? το στοιχείο σου? αποκλείεται!
πως πας σακάτη?
συνεχίζουν οι πόνοι?
εσύ πώς λες να είμαι για να γράφω τέτοια χαρωπά πράγματα? :) ευχαριστώ για το ενδιαφέρον!
Δημοσίευση σχολίου