Η πόρτα του ασανσέρ άνοιξε έξω από τον όροφο της εντατικής. Γινόταν φασαρία. Η Σπυριδούλα σέρνοντας τον Χρήστο κατευθύνθηκε προς την είσοδο της εντατικής. Το προσωπικό προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη. Τα φλας αναβόσβηναν ενώ ένα φορείο τους προσπέρασε. Πλησιάζοντας είδαν μια γυναίκα που προσπαθούσε να ξεφύγει από τους φωτογράφους. Η Αναστασία. Την ανακάλυψαν και ζητούσαν δηλώσεις.
- There were 2 little piggies, then… there were none, είπε ο Χρήστος χαμογελώντας και πλησιάζοντας την ομήγυρη. Η Μαρία δεν φαίνεται πουθενά και από ότι φαίνεται και η Αναστασία είναι υποψήφια προς αποχώρηση.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό της Σπυριδούλας.
- Έλα. Έχεις κανένα νέο; Τον ξυπνήσανε; Ωραία. Εφημερεύεις
σήμερα; Δεν θα περάσω σήμερα από εκεί. Καταλαβαίνεις τι γίνεται εδώ πέρα…. Οκ, θα τα πούμε αύριο;… Ναι, θα του το πω. Φιλιά
- Και άλλος γκόμενος; Πού τον βρήκες;
- Κοίταξε πίσω σου διακριτικά. Διακριτικά, είπα. Μην
καρφώνεσαι! Εσύ να πας στο γραφείο του γιατρού που ήσουν χτες, ο Αιμίλιος ξύπνησε και δεν συμφωνεί με τη μεταφορά του αλλού και ο γιατρός θέλει να σας ενημερώσει. Εγώ έφυγα.
- Γιατί τον έντυσες στα μαύρα;
- Ποιόν; Α, το πανθηράκι μου λες; Εγώ επιμελούμαι το γδύσιμο
του μόνο. Το ντύσιμο είναι δικιά του υπόθεση. Έφυγα.
Ο Χρήστος πήγε στο γραφείο του γιατρού, χτύπησε την πόρτα και μπήκε μέσα. Ο Αιμίλιος ήταν καλά αλλά έπρεπε να παραμείνει για παρακολούθηση, δεν ήθελε να μεταφερθεί. Όταν έφευγαν οι δημοσιογράφοι θα του επέτρεπαν να τον δει. Εκείνη την ώρα μπήκε μέσα η Αναστασία συνοδευόμενη από μία νοσοκόμα. Άκουσε ανέκφραστη τα νέα για τον Αιμίλιο και όταν ο γιατρός ολοκλήρωσε την ενημέρωση, έφυγε.
… and then there were none… none! O Χρήστος κοίταξε το ρολόι του, είχε χρόνο ακόμα μέχρι να μπορέσει να δει την Άννα. Τσιγάρο!
Άννα
Κοιτάζω τα χέρια μου. Τα νύχια μου μάκρυναν. Χαϊδεύω με τα νύχια το δέρμα μου. Ο Αιμίλιος ξύπνησε, το νοιώθω. Σε λίγο θα ‘ρθουν να μου το πουν. Δεν θα μπορούσα να δουλέψω με αυτά τα νύχια. Ούτε να παίξω πιάνο. Μπορώ μόνο να βλέπω τα χέρια μου, τα δάχτυλα πώς κουνιούνται. Σταμάτησαν τα όνειρα. Μόνο μαύρο και σιωπή. Μα δεν είναι ξεκούραση. Πονάω. Αλλά δεν με νοιάζει. Το μυαλό παίζει παράξενα παιχνίδια. Λέει στα νύχια μου να μεγαλώσουν, στο κορμί ότι πονά και βάζει για ύπνο την ψυχή μου. Ένας μετρονόμος, μετράει το χρόνο μου.
Τα μαλλιά μου είναι χάλια. Κοιτάζω τα ποτήρια με το τσάι, που είναι τοποθετημένα στο κομοδίνο. Ας σκεφτώ κάτι απλό. Ποιος είναι ο οπλισμός της Σι μείζονα; Κοιτάζω τα χέρια μου ξανά. Έχω κάνει κεφάλι με τα φάρμακα, που μου δίνουν.
Φα, -γιατί ξύπνησες;- Ντο, – γιατί είσαι τόσο θλιμμένος;- Ρε, - τι ψάχνεις με τα χέρια σου;- Λα, - μη μ’ αγγίζεις -, δίεση –μ’ άφησες πίσω, θυμάσαι;-
Πρέπει να κόψω τα νύχια. Δεν είναι σωστό να είναι έτσι και μάλιστα απεριποίητα. Ντο ύφεση μείζονα.
Σι –ανάβω τους προβολείς-, Μι – στη μαύρη σκηνή με το ξύλινο πάτωμα-, Λα – μουσική παρακαλώ, στη διαπασών-, Ρε – μια υπόκλιση-, Σολ – μοναξιά μπήγει τα νύχια της στις σάρκες μου-, Ντο – μη μ’ ακουμπάς-, Φα – έλα να χορέψουμε- Ύφεση –άσε με να πέφτω, ξανά και ξανά αφού μόνο αυτό ξέρω να κάνω καλά-.
Οι ελάσσονες έχουν πάντα μια δίεση μέσα, ακόμα και όταν πέφτουν με τις υφέσεις, κρύβουν πάντα μια δίεση, ένα σπασμένο φτερό να τις σηκώσει λίγο πιο ψηλά. Οπλισμός της… Δεν θυμάμαι. Η μνήμη μου σκορπίζει σε κομμάτια. Νομίζω πως θέλω να φωνάξω. Αλλά μετά θυμάμαι ότι είμαι στο νοσοκομείο. Θα ήταν μάλλον αγενές. Και αποφασίζω να το βουλώσω.
Γυρίζω στο πλάι. Νοιώθω την θλίψη σου. Την απώλεια. Υψώνει τείχη και με κλείνει απ’ έξω. Δεν μπορώ να τον γκρεμίσω. Γίνομαι ένα μ’ αυτόν. Θυμήσου μόνο να μου φυλάξεις ένα τελευταίο χειροκρότημα για την τελευταία φορά, που θα πέσω. Να χαρείς, μη με κρατήσεις όμως εκείνη τη φορά. Όχι τώρα που έμαθα να πετώ. Προς Θεού, όχι τώρα που έμαθες να αγαπάς.
Τετάρτη, Αυγούστου 20, 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
είσαι δυνατή δεν μπορώ να πω!
πολύ καλό αυτό!
*blushes*
merci madame
http://www.youtube.com/watch?v=-XbU1RAwhp4&feature=related
Δημοσίευση σχολίου