Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 04, 2008
Νομίζω πως κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα... αλλά μπορεί και όχι.
Περπατάω στο δρόμο. Είμαι ξυπόλυτη μα δεν με νοιάζει. Πρέπει να προχωρήσω. Δεν ξέρω, πού πρέπει να πάω. Μα πρέπει να συνεχίσω. Κρυώνω. Ιδρώνω. Είμαι τόσο κουρασμένη. Οι περαστικοί μου ανοίγουν δρόμο να περάσω και εγώ προχωρώ, μα κάθε μου βήμα γίνεται όλο για πιο αργό, όλο και πιο ασταθές. Το κεφάλι μου βουίζει.
Πέμπτη σήμερα. Μια Πέμπτη φυλακισμένη σε μια καρδιά σε έναν τοίχο. Είχαμε πάει όλοι μαζί στην μπυραρία, που μ΄ αρέσει να γιορτάσουμε την επέτειό μας. Εγώ είχα παραγγείλει τις μισές μπύρες του καταλόγου και εσύ έκανες αστεία με την παρέα. Σε πείραζα και όπως σου έβαζα χέρι, έψαχνα για το δώρο μου. Το είχες ξεχάσει; Ήταν η επέτειός μας, βλάκα! Για αυτό ήμασταν όλοι μαζί. Κάποια στιγμή πήγα στην τουαλέτα και βγαίνοντας σε είδα στον καναπέ να φιλιέσαι με την Γωγώ ενώ οι άλλοι συνέχιζαν να πίνουν, να καπνίζουν και να γελούν σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Προχώρησα, δεν ήρθα προς το τραπέζι, συνέχισα και βγήκα έξω. Άρχισα να προχωράω όταν κάποιος με έπιασε από τον ώμο. Ο Νίκος, ο κολλητός σου. Μου έδωσε το μπουφάν να το φορέσω, την τσάντα μου και μου ‘ πε «Πάμε».
Ποτέ δε μιλούσε ο Νίκος. Δεν του άρεσαν τα πολλά-πολλά. Πήγαμε σπίτι του. Εγώ τρέκλιζα για να πω την αλήθεια, οπότε ήταν μισό βήμα πίσω μου για να κρατήσει αν κάνω πως πέφτω. Μπήκαμε, άφησα την τσάντα να πέσει, στη συνέχεια το μπουφάν, τη μπλούζα και σωριάστηκα στον καναπέ να βγάλω και τις μπότες. Δεν τα κατάφερνα και τότε ο Νίκος γονάτισε στο ημίφως να με βοηθήσει. Ήταν η στιγμή που είδα εκείνη τη λάμψη στα μάτια του. Με ήθελε. Με ζητούσε. Τον φίλησα στο στόμα και μετά πρέπει να λιποθύμησα.
Ξύπνησα στο κρεβάτι του Νίκου ενώ άκουγα βρισιές και βλαστίμιες από το σαλόνι. Το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει, τα πάντα γυρνούσαν γύρω-γύρω αλλά σηκώθηκα στο σκοτάδι να δω τι γίνεται. Είχες έρθει και έκανες σκηνή. Πλησίασα να ακούσω πιο καθαρά. Είχατε έρθει στα χέρια και παλεύατε μέχρι τελική πτώσεως. Ο Νίκος ήταν πιο δυνατός αλλά εσύ ήσουν ο αδίστακτος. Προσπαθούσα να ακούσω τι λέτε. Το ήξερες ότι ο Νίκος με γούσταρε. Το αποψινό ήταν το γνωστό γκομενοτεστάκι σου. Χωρίζεις μία γκόμενα για να δεις την αντίδρασή της και από αυτό κρίνεις αν αξίζει να μείνεις μαζί της μέχρι να βαρεθείς ή όχι. Τόσα χρόνια έχει δουλέψει άψογα. Δε σε απογοήτευσε ποτέ. Και απόψε ο Νίκος το χάλασε γιατί με γουστάριζε και έπρεπε να πληρώσει για αυτό.
Ο Νίκος δεν έλεγε τίποτα. Χτύπαγες βρώμικα και είχε πέσει στο πάτωμα. Κάποια στιγμή έφυγες να πας στο μπάνιο και πήγα πάνω από τον Νίκο. Ήταν καταματωμένος. Και τότε σε είδα να βγαίνεις από το μπάνιο με ένα από τα ράφια. Έπεσα πάνω από τον Νίκο καθώς το κατέβαζες με μανία πάνω μου. Δεν ξέρω πόσες έριξες αλλά μόλις σε είδε να με χτυπάς σηκώθηκε και συνεχίσατε να δέρνεστε. Άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω. Βγήκα από την πολυκατοικία και περπατώ στο πεζοδρόμιο.
Σταματάω. Δεν μου φτάνει η ανάσα. Νοιώθω αδύναμη. Προσπαθώ να δω λίγο φως μα όλα μαυρίζουν. Πέφτω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Απλά διαβάζοντας αναρωτήθηκα...
"μήπως τελικά ακόμα και το όνομα είναι κάτι που χαρακτηρίζει συμπεριφορές;"
Οι αντιδράσεις του Νίκου της ιστορίας, θα ήταν ανάλογες με του δικού μου Νίκου...(Δεν θα τον αποκαλέσω ποτέ πρώην...με χαλάει απλά...όχι πως ελπίζω πια σε κάτι...)
δε φταίει το όνομα κορίτσια.
ο χαρακτήρας που διαμορφώνεται στην οικογένεια μέσα φταίει.
εμείς οι μάνες που μεγαλώνουμε γιους φταίμε!
συγνώμη, γιατί αυτή δεν τηλεφώνησε στην αστυνομία παρά έφυγε?
γιατί δε φώναξε βοήθεια?
γιατί δεν πήρε το τηγάνι για να ανοίξει το κεφάλι αυτουνού που έδερνε το νίκο?
Με τη Ρία είμαι κι εγώ. Ρε ποιο τηγάνι; Χάθηκαν οι χύτρες ταχύτητας με διπλό πάτο από τεφλόν; Α, ρε κορίτσια. Τους αφήνετε να τα κάνουν και μετά την πληρώνει συλλήβδην ολόκληρο το αντρικό φύλο. Και γαμώ τη δικαιοσύνη δηλαδή.
Τώρα κι ο Νίκος μεταξύ μας μια λιγουράντζα την έβγαζε, αφού δεν πρόλαβε να δει ανοιχτό παράθυρο κι έτρεξε να τρυπώσει σαν τον κλέφτη. Άντρας που εκμεταλλεύεται μια γυναίκα στην αδυναμία της, μάλλον δεν συνάδει με τα δικά μου πρότυπα... Συγγνώμη αν σάς το χαλάω ε;
Δημοσίευση σχολίου